Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τιμή: Difference between revisions

From LSJ
2,811 bytes added ,  9 August 2017
Bailly1_5
(6_9)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τῑμή''': ἡ, (τίω). 1) ὡς καὶ νῦν: 2) [[τιμή]], [[ἐκτίμησις]], καὶ ἐν τῷ πληθ., σεβασμὸς πρὸς τοὺς θεοὺς ἢ τοὺς ἀνωτέρους, ἢ [[ἀνταμοιβὴ]] παρεχομένη εἴς τινα διὰ τὰς ὑπηρεσίας του, [[τιμῆς]] ἕμμορος [[εἶναι]] Ὀδ. Θ. 480· ὀφέλλειν τινὰ τιμῇ Ἰλ. Α. 510· ἐκ δὲ Διὸς τιμὴ καὶ [[κῦδος]] ὀπάζει Ρ. 251· ἐν δὲ ἰῇ τιμῇ ἠμὲν κακὸς ἠδὲ καὶ ἐσθλὸς Ι. 319, πρβλ. Δ. 410· ἐν τιμῇ σέβειν Αἰσχύλ. Πέρσ. 166 ἐν τ. ἄγεσθαί τινα Ἡρόδ. 1. 134· ἐν τ. τίθεσθαι ἢ ἄγειν τινὰ ὁ αὐτ. 3. 3, Πλάτ. Πολ. 538Ε· ἐν τιμαῖς ἔχειν Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 107· τιμαῖς αὐξάνειν τινὰ Ξεν. Κύρ. 8. 8, 24· τιμὴν νέμειν, ἢ ἀπονέμειν τινὶ Σοφ. Φιλ. 1062, Πλάτ.· τοῖς φίλοις τιμὰς νέμειν, ἀπονέμειν τὸν ὀφειλόμενον σεβασμὸν ἢ τὴν προσήκουσαν τιμήν, Σοφ. Αἴ. 1351· τιμὰς ὀπάζειν, [[πορεῖν]] Αἰσχύλ. Πρ. 30, 946· διδόναι Εὐριπ. Ἱππ. 1424, κλπ.· ἀποδοῦναι Πλάτ. Πολ. 415C· φέρειν τινὶ Εὐρ. Ἱππ. 329· τιμάς τινι προσάπτειν Σοφ. Ἠλ. 359· περιάπτειν Ἀριστοφ. Ἀχ. 640· - τ. εὑρίσκεσθα, δέκεσθαι Πινδ. Π. 1. 94., 8. 6· τιμὰς φέρεσθαι Ἀριστοφ. Ὄρν. 1278· ἔχειν Ἡρόδ. 2. 46, κλπ.· [[πρός]] τινος ὁ αὐτ. 1. 120· πρβλ. [[προέχω]] ΙΙ. 2· ἐν τιμῇ [[εἶναι]] Ξεν. Ἀν. 2. 5, 38· [[τιμῆς]] λαχεῖν, τυχεῖν Σοφ. Ἀντ. 699, Ἠλ. 364· οἱ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται, ταῖς τιμαῖς ἃς ἀπονέμουσιν αὐτοῖς οἱ νέοι, Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 33· - [[μετὰ]] γεν., ἡ τ. θεῶν, ἡ εἰς τοὺς θεοὺς ὀφειλομένη, Αἰσχύλ. Ἀγ. 637, πρβλ. Χο. 200· τιμὰς τῶν θεῶν πατεῖν Σοφ. Ἀντ. 745· - τιμῇ, σὺν τιμῇ, ἐντίμως, Σοφ. Ο. Κ. 381· [[τιμῆς]] [[ἕνεκα]], εἰς ἔνδειξιν [[τιμῆς]], Ξεν. Ἀν. 7. 3, 28, Σοφ. Ἀντ. 208. 2) [[τιμή]], [[ἀξίωμα]], [[κυριαρχία]], ὡς [[δικαίωμα]] ἢ [[ἰδιότης]] τῶν θεῶν ἢ τῶν βασιλέων, Ἰλ. Α. 278., Ι. 498 (494), Ὀδ. Α. 117., Ε. 335, κλπ.· τ. θεῶν Ε. 335· τ. βασιληὶς Ἰλ. Ζ. 193· οὕτω παρ’ Ἡροδ., Πινδ., καὶ τοῖς Τραγ., ἴδε Böckh διάφ. γραφ. παρὰ Πινδ. ΙΙ. 4. 106 (191)· - ἀκολούθως [[καθόλου]], ὡς τὸ [[γέρας]], τὸ ἰδιαίτερον [[δικαίωμα]] βασιλέως, καὶ ἐν τῷ πληθ., τὰ δικαιώματα [[αὐτοῦ]], τιμὴν δ’ αὐτὸς ἔχοι καὶ κτήμασιν οἷσιν ἀνάσσοι Ὀδ. Α. 117 ([[ἔνθα]] ἴδε Nitzsck), Ἡσ. Θεογ. 203, Θέογν. 374, Σοφ. Ο. Τ. 909, Ἀντ. 745, Εὐριπ. Ἱππ. 107, κλπ.· [[σκῆπτρον]] τιμὰς τ· ἀποσυλᾶται Αἰσχύλ. Πρ. 171. 3) [[ἀξίωμα]], [[ἀρχή]], [[ἐξουσία]], καὶ ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ Λατιν. honores, πολιτικαὶ τιμαὶ (τιμὰς λέγομεν [[εἶναι]] τὰς ἀρχὰς Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 10, 4), Ἡρόδ. 1. 59, κλπ.· ἔν τε ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἄλλαις τιμαῖς Πλάτ. Ἀπολ. 35Β, κλπ.· μὴ φεύγειν τοὺς πόνους, ἢ [[μηδὲ]] τὰς τιμὰς διώκειν Θουκ. 2. 63· τιμὴν ἔχειν, λαγχάνειν Ξεν. Κύρ. 1. 3, 8, Πλάτ. κλπ.· οἱ ἐν ἀξιώμασι, Εὐρ. Ι. Α. 20· ἐκβάλλειν τινὰ τῆς [[τιμῆς]] Ξεν. Κύρ. 1. 3, 9· [[καθόλου]], [[ὑπούργημα]], [[ἔργον]], τιμὴ [[ἄχαρις]] Ἡρόδ. 7. 36· -[[ὡσαύτως]], β) ἐν συγκεκριμένῃ ἐννοίᾳ, [[ἐξουσία]], [[ἀρχή]], τ. [[δίσκηπτρος]], ἐπὶ τῶν Ἀτρειδῶν, Αἰσχύλ. Ἀγ. 44, πρβλ. Πέρσ. 919· [[κλῦτε]] δὲ Γᾶ (κατὰ τὸν Ahr. ἀντὶ τά) χθονίων τε τιμαὶ ὁ αὐτ. ἐν Χο. 399· καὶ τὰ καρτερώτατα τιμαῖς ὑπείκει, ὑποχωροῦσιν εἰς τοὺς ἄρχοντας, Σοφ. Αἴ. 670. 4) [[δῶρον]] [[τιμῆς]], προσφορὰ [[τιμῆς]], [[περιποίησις]], [[προσφορά]], π.χ. τιμὴ τοῖς θεοῖς προσφερομένη, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 141, Αἰσχύλ. Πέρσ. 622· [[ἀμοιβή]], [[δῶρον]], Λατ. hororarium, Σοφ. Ἀντ. 699, Πλάτ. Φίληβ. 61C· τιμὴ ἢ [[ζημία]] Πλάτ. Πολ. 347Α· τιμαὶ καὶ δωρεαὶ [[αὐτόθι]] 361C· τῶν εὐεργεσιῶν τιμὰς φέρεσθαι ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 113D· πρβλ. Wolf εἰς Δημ. Λεπτ. σ. 233, καὶ ἴδε ἐν λ. [[γέρας]]. ΙΙ. ἐπὶ πραγμάτων, ὡς καὶ νῦν, ἡ [[τιμή]], ἡ [[ἀξία]] πράγματός τινος, Λατ. pretium, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 132 (παρ’ Ὁμ. ὧνος)· ἐξευρίσκοντες [[τιμῆς]] κτήνεα σιτεύεσκον, εὑρίσκοντες αὐτὰ διὰ πληρωμῆς [[μεγάλης]] [[τιμῆς]], Ἡρόδ. 7. 119 τῆς αὐτῆς τ. πωλεῖν Λυσί. 165. 16· πρίασθαι Δημ. 563. 7· δεκαπλάσιον τῆς [[τιμῆς]] ἀποτίνειν Πλάτ. Νόμ. 914Β· ἀποδιδόναι τινὶ τὴν τ. [[αὐτόθι]] Α· ὁ πωλῶν [[ὁτιοῦν]] ἐν τῇ ἀγορᾷ [[μηδέποτε]] δύο εἴπῃ τιμὰς ὧν ἂν πωλῇ [[αὐτόθι]] 917Β· ὁπόσης ἂν [[τιμῆς]] ἀξιώσῃ τὸ πωλούμενον [[αὐτόθι]] D· περὶ τῆς τ. διαφέρεσθαι Λυσί. 165. 32· ἐμοὶ δὲ τιμὰ τᾶσδε γενήσεται Ἀριστοφ. Ἀχ. 895, κλπ. ΙΙΙ. [[ἐκτίμησις]] ζημίας γενομένη πρὸς ὁρισμὸν τῆς ἀποζημιώσεως, [[ὅθεν]] ἀποζημίωσις, ἱκανοποίησις, [[ποινή]], [[μάλιστα]] συνισταμένη εἰς χρήματα (πρβλ. [[τίμημα]]), τιμὴν ἀρνύμενοι Μενελάῳ, «δίκην λαμβάνοντες παρὰ τῶν Τρῴων τῷ Μενελάῳ», (Σχόλ.), Ἰλ. Α. 159., Ε. 552· τίνειν ἢ ἀποτίνειν τιμήν τινι Γ. 286, 288· οὕτω, ἄγειν τιμὴν Ὀδ. Χ. 57· ἐμῆς [[ἕνεκα]] [[τιμῆς]], πρὸς ἱκανοποίησίν μου, Ἰλ. Ρ. 92, πρβλ. Ὀδ. Ξ. 70, 117· οὐ σή... ἡ [[τιμή]], δὲν [[εἶναι]] ἰδική σου ἡ [[ποινή]], Πλάτ. Γοργ. 497Β. 2) [[ἐκτίμησις]] πρὸς κατανομὴν τῶν φόρων, τοῦ κλήρου ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 744D· [[καθόλου]], ὁ πλούτος τ. τις τῆς ἀξίας τῶν ἄλλων Ἀριστ. Ρητορ. 2. 16, 1.
|lstext='''τῑμή''': ἡ, (τίω). 1) ὡς καὶ νῦν: 2) [[τιμή]], [[ἐκτίμησις]], καὶ ἐν τῷ πληθ., σεβασμὸς πρὸς τοὺς θεοὺς ἢ τοὺς ἀνωτέρους, ἢ [[ἀνταμοιβὴ]] παρεχομένη εἴς τινα διὰ τὰς ὑπηρεσίας του, [[τιμῆς]] ἕμμορος [[εἶναι]] Ὀδ. Θ. 480· ὀφέλλειν τινὰ τιμῇ Ἰλ. Α. 510· ἐκ δὲ Διὸς τιμὴ καὶ [[κῦδος]] ὀπάζει Ρ. 251· ἐν δὲ ἰῇ τιμῇ ἠμὲν κακὸς ἠδὲ καὶ ἐσθλὸς Ι. 319, πρβλ. Δ. 410· ἐν τιμῇ σέβειν Αἰσχύλ. Πέρσ. 166 ἐν τ. ἄγεσθαί τινα Ἡρόδ. 1. 134· ἐν τ. τίθεσθαι ἢ ἄγειν τινὰ ὁ αὐτ. 3. 3, Πλάτ. Πολ. 538Ε· ἐν τιμαῖς ἔχειν Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 107· τιμαῖς αὐξάνειν τινὰ Ξεν. Κύρ. 8. 8, 24· τιμὴν νέμειν, ἢ ἀπονέμειν τινὶ Σοφ. Φιλ. 1062, Πλάτ.· τοῖς φίλοις τιμὰς νέμειν, ἀπονέμειν τὸν ὀφειλόμενον σεβασμὸν ἢ τὴν προσήκουσαν τιμήν, Σοφ. Αἴ. 1351· τιμὰς ὀπάζειν, [[πορεῖν]] Αἰσχύλ. Πρ. 30, 946· διδόναι Εὐριπ. Ἱππ. 1424, κλπ.· ἀποδοῦναι Πλάτ. Πολ. 415C· φέρειν τινὶ Εὐρ. Ἱππ. 329· τιμάς τινι προσάπτειν Σοφ. Ἠλ. 359· περιάπτειν Ἀριστοφ. Ἀχ. 640· - τ. εὑρίσκεσθα, δέκεσθαι Πινδ. Π. 1. 94., 8. 6· τιμὰς φέρεσθαι Ἀριστοφ. Ὄρν. 1278· ἔχειν Ἡρόδ. 2. 46, κλπ.· [[πρός]] τινος ὁ αὐτ. 1. 120· πρβλ. [[προέχω]] ΙΙ. 2· ἐν τιμῇ [[εἶναι]] Ξεν. Ἀν. 2. 5, 38· [[τιμῆς]] λαχεῖν, τυχεῖν Σοφ. Ἀντ. 699, Ἠλ. 364· οἱ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται, ταῖς τιμαῖς ἃς ἀπονέμουσιν αὐτοῖς οἱ νέοι, Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 33· - [[μετὰ]] γεν., ἡ τ. θεῶν, ἡ εἰς τοὺς θεοὺς ὀφειλομένη, Αἰσχύλ. Ἀγ. 637, πρβλ. Χο. 200· τιμὰς τῶν θεῶν πατεῖν Σοφ. Ἀντ. 745· - τιμῇ, σὺν τιμῇ, ἐντίμως, Σοφ. Ο. Κ. 381· [[τιμῆς]] [[ἕνεκα]], εἰς ἔνδειξιν [[τιμῆς]], Ξεν. Ἀν. 7. 3, 28, Σοφ. Ἀντ. 208. 2) [[τιμή]], [[ἀξίωμα]], [[κυριαρχία]], ὡς [[δικαίωμα]] ἢ [[ἰδιότης]] τῶν θεῶν ἢ τῶν βασιλέων, Ἰλ. Α. 278., Ι. 498 (494), Ὀδ. Α. 117., Ε. 335, κλπ.· τ. θεῶν Ε. 335· τ. βασιληὶς Ἰλ. Ζ. 193· οὕτω παρ’ Ἡροδ., Πινδ., καὶ τοῖς Τραγ., ἴδε Böckh διάφ. γραφ. παρὰ Πινδ. ΙΙ. 4. 106 (191)· - ἀκολούθως [[καθόλου]], ὡς τὸ [[γέρας]], τὸ ἰδιαίτερον [[δικαίωμα]] βασιλέως, καὶ ἐν τῷ πληθ., τὰ δικαιώματα [[αὐτοῦ]], τιμὴν δ’ αὐτὸς ἔχοι καὶ κτήμασιν οἷσιν ἀνάσσοι Ὀδ. Α. 117 ([[ἔνθα]] ἴδε Nitzsck), Ἡσ. Θεογ. 203, Θέογν. 374, Σοφ. Ο. Τ. 909, Ἀντ. 745, Εὐριπ. Ἱππ. 107, κλπ.· [[σκῆπτρον]] τιμὰς τ· ἀποσυλᾶται Αἰσχύλ. Πρ. 171. 3) [[ἀξίωμα]], [[ἀρχή]], [[ἐξουσία]], καὶ ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ Λατιν. honores, πολιτικαὶ τιμαὶ (τιμὰς λέγομεν [[εἶναι]] τὰς ἀρχὰς Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 10, 4), Ἡρόδ. 1. 59, κλπ.· ἔν τε ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἄλλαις τιμαῖς Πλάτ. Ἀπολ. 35Β, κλπ.· μὴ φεύγειν τοὺς πόνους, ἢ [[μηδὲ]] τὰς τιμὰς διώκειν Θουκ. 2. 63· τιμὴν ἔχειν, λαγχάνειν Ξεν. Κύρ. 1. 3, 8, Πλάτ. κλπ.· οἱ ἐν ἀξιώμασι, Εὐρ. Ι. Α. 20· ἐκβάλλειν τινὰ τῆς [[τιμῆς]] Ξεν. Κύρ. 1. 3, 9· [[καθόλου]], [[ὑπούργημα]], [[ἔργον]], τιμὴ [[ἄχαρις]] Ἡρόδ. 7. 36· -[[ὡσαύτως]], β) ἐν συγκεκριμένῃ ἐννοίᾳ, [[ἐξουσία]], [[ἀρχή]], τ. [[δίσκηπτρος]], ἐπὶ τῶν Ἀτρειδῶν, Αἰσχύλ. Ἀγ. 44, πρβλ. Πέρσ. 919· [[κλῦτε]] δὲ Γᾶ (κατὰ τὸν Ahr. ἀντὶ τά) χθονίων τε τιμαὶ ὁ αὐτ. ἐν Χο. 399· καὶ τὰ καρτερώτατα τιμαῖς ὑπείκει, ὑποχωροῦσιν εἰς τοὺς ἄρχοντας, Σοφ. Αἴ. 670. 4) [[δῶρον]] [[τιμῆς]], προσφορὰ [[τιμῆς]], [[περιποίησις]], [[προσφορά]], π.χ. τιμὴ τοῖς θεοῖς προσφερομένη, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 141, Αἰσχύλ. Πέρσ. 622· [[ἀμοιβή]], [[δῶρον]], Λατ. hororarium, Σοφ. Ἀντ. 699, Πλάτ. Φίληβ. 61C· τιμὴ ἢ [[ζημία]] Πλάτ. Πολ. 347Α· τιμαὶ καὶ δωρεαὶ [[αὐτόθι]] 361C· τῶν εὐεργεσιῶν τιμὰς φέρεσθαι ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 113D· πρβλ. Wolf εἰς Δημ. Λεπτ. σ. 233, καὶ ἴδε ἐν λ. [[γέρας]]. ΙΙ. ἐπὶ πραγμάτων, ὡς καὶ νῦν, ἡ [[τιμή]], ἡ [[ἀξία]] πράγματός τινος, Λατ. pretium, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 132 (παρ’ Ὁμ. ὧνος)· ἐξευρίσκοντες [[τιμῆς]] κτήνεα σιτεύεσκον, εὑρίσκοντες αὐτὰ διὰ πληρωμῆς [[μεγάλης]] [[τιμῆς]], Ἡρόδ. 7. 119 τῆς αὐτῆς τ. πωλεῖν Λυσί. 165. 16· πρίασθαι Δημ. 563. 7· δεκαπλάσιον τῆς [[τιμῆς]] ἀποτίνειν Πλάτ. Νόμ. 914Β· ἀποδιδόναι τινὶ τὴν τ. [[αὐτόθι]] Α· ὁ πωλῶν [[ὁτιοῦν]] ἐν τῇ ἀγορᾷ [[μηδέποτε]] δύο εἴπῃ τιμὰς ὧν ἂν πωλῇ [[αὐτόθι]] 917Β· ὁπόσης ἂν [[τιμῆς]] ἀξιώσῃ τὸ πωλούμενον [[αὐτόθι]] D· περὶ τῆς τ. διαφέρεσθαι Λυσί. 165. 32· ἐμοὶ δὲ τιμὰ τᾶσδε γενήσεται Ἀριστοφ. Ἀχ. 895, κλπ. ΙΙΙ. [[ἐκτίμησις]] ζημίας γενομένη πρὸς ὁρισμὸν τῆς ἀποζημιώσεως, [[ὅθεν]] ἀποζημίωσις, ἱκανοποίησις, [[ποινή]], [[μάλιστα]] συνισταμένη εἰς χρήματα (πρβλ. [[τίμημα]]), τιμὴν ἀρνύμενοι Μενελάῳ, «δίκην λαμβάνοντες παρὰ τῶν Τρῴων τῷ Μενελάῳ», (Σχόλ.), Ἰλ. Α. 159., Ε. 552· τίνειν ἢ ἀποτίνειν τιμήν τινι Γ. 286, 288· οὕτω, ἄγειν τιμὴν Ὀδ. Χ. 57· ἐμῆς [[ἕνεκα]] [[τιμῆς]], πρὸς ἱκανοποίησίν μου, Ἰλ. Ρ. 92, πρβλ. Ὀδ. Ξ. 70, 117· οὐ σή... ἡ [[τιμή]], δὲν [[εἶναι]] ἰδική σου ἡ [[ποινή]], Πλάτ. Γοργ. 497Β. 2) [[ἐκτίμησις]] πρὸς κατανομὴν τῶν φόρων, τοῦ κλήρου ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 744D· [[καθόλου]], ὁ πλούτος τ. τις τῆς ἀξίας τῶν ἄλλων Ἀριστ. Ρητορ. 2. 16, 1.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>A.</b> évaluation, estimation :<br /><b>1</b> <i>au propre</i>;<br /><b>2</b> valeur, prix;<br /><b>3</b> somme à payer <i>ou</i> perçue ; paiement ; produit, montant (d’une vente);<br /><b>4</b> évaluation juridique ; peine, compensation, satisfaction : τιμὴν τίνειν, ἀποτίνειν τινί IL payer une indemnité à qqn ; τιμὴν ἄγειν ἐεικοσάβοιον OD amener vingt bœufs comme indemnité ; τιμὴν ἄρνυσθαί τινι IL réclamer satisfaction pour qqn ; ἐμῆς [[ἕνεκα]] τιμῆς IL pour me donner satisfaction, pour assouvir ma vengeance;<br /><b>B.</b> prix qu’on attache à, honneur, <i>d’où</i> :<br /><b>I.</b> estime pour autrui : ἡ ὑπὸ πάντων [[τιμή]] XÉN l’estime publique;<br /><b>II.</b> honneur, estime, considération dont jouit qqn : τιμὴς ἔμμορον [[εἶναι]] OD participer à l’estime ; ὀφέλλειν τινὰ τιμῇ IL rehausser la considération de qqn ; τιμὴν νέμειν, ἀπονέμειν τινί rendre honneur à qqn, lui accorder une récompense <i>ou</i> une distinction, accorder à qqn de la considération, lui témoigner des égards ; μεγάλας τιμὰς περιάπτειν ἑαυτῷ XÉN obtenir pour soi de grands honneurs ; τιμὰς ἔχειν HDT jouir de la considération, être honoré ; [[ἐν]] τιμῇ [[εἶναι]] XÉN être honoré ; τιμὴν φέρειν τινι XÉN apporter de l’honneur à qqn, lui faire honneur ; τιμὰς φέρεσθαι PLAT récolter de l’honneur, recevoir des récompenses ; <i>adv.</i> • τιμῇ SOPH avec honneur, glorieusement;<br /><b>III.</b> marque d’honneur, <i>d’où</i> :<br /><b>1</b> dignité, <i>particul.</i> dignité divine, dignité royale;<br /><b>2</b> poste d’honneur, charge honorifique, charge <i>en gén.</i> : τιμὴν ἔχειν avec l’inf., avoir la fonction de, être chargé de ; [[οἱ]] [[ἐν]] τιμαῖς EUR ceux qui ont une charge ; ἐκβάλλειν τινα [[ἐκ]] τῆς τιμῆς XÉN faire partir qqn de sa charge ; τιμαὶ καὶ ἀρχαί XÉN charges honorifiques et fonctions publiques ; privilège;<br /><b>3</b> moyens d’honorer une divinité, fête, sacrifice;<br /><b>C.</b> ce qui est tenu en honneur, objet de l’estime, du respect ; autorité, magistrature ; καὶ τὰ καρτερώτατα τιμαῖς ὑπείκει SOPH même ce qu’il y a de plus fort se courbe devant celui qui est haut placé ; τιμὰς [[τὰς]] [[θεῶν]] πατεῖν SOPH fouler aux pieds ce qui est sacré aux dieux;<br /><b>D.</b> <i>en mauv. part</i> peine, châtiment, vengeance.<br />'''Étymologie:''' [[τίω]].
}}
}}