Anonymous

κάνθων: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κάνθων''': -ωνος, ὁ [[κανθήλιος]], [[ὄνος]] [[φορτηγός]], Ἀριστοφ. Σφ. 179, Ἀνθ. Π. 11. 383, 399 · - [[ἐντεῦθεν]] ὁ Τρυγαῖος ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 82, καλεῖ τὸν κάνθαρον αὑτοῦ διὰ τοῦ ὀνόματος [[κάνθων]], [[μετὰ]] λογοπαιγνίου ἐπὶ τῆς λέξεως [[κάνθαρος]].
|lstext='''κάνθων''': -ωνος, ὁ [[κανθήλιος]], [[ὄνος]] [[φορτηγός]], Ἀριστοφ. Σφ. 179, Ἀνθ. Π. 11. 383, 399 · - [[ἐντεῦθεν]] ὁ Τρυγαῖος ἐν Ἀριστοφ. Εἰρ. 82, καλεῖ τὸν κάνθαρον αὑτοῦ διὰ τοῦ ὀνόματος [[κάνθων]], [[μετὰ]] λογοπαιγνίου ἐπὶ τῆς λέξεως [[κάνθαρος]].
}}
{{bailly
|btext=ωνος (ὁ) :<br /><b>1</b> bête de somme, <i>particul.</i> âne;<br /><b>2</b> escarbot, scarabée, <i>insecte</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG [[κανθός]].
}}
}}