Anonymous

χοηφόρος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_18)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χοηφόρος''': -ον, ὁ προσφέρων χοὰς εἰς τοὺς νεκρούς· Χοηφόροι, [[εἶναι]] [[τραγῳδία]] τοῦ Αἰσχύλου ἐν ᾗ ὁ χορὸς χέει χοὰς εἰς τὴν σκιὰν τοῦ Ἀγαμέμνονος.
|lstext='''χοηφόρος''': -ον, ὁ προσφέρων χοὰς εἰς τοὺς νεκρούς· Χοηφόροι, [[εἶναι]] [[τραγῳδία]] τοῦ Αἰσχύλου ἐν ᾗ ὁ χορὸς χέει χοὰς εἰς τὴν σκιὰν τοῦ Ἀγαμέμνονος.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ, ἡ)<br />choéphore, <i>càd</i> qui porte des libations <i>ou</i> des offrandes funéraires.<br />'''Étymologie:''' [[χοή]], [[φέρω]].
}}
}}