3,276,901
edits
(6_18) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀμετάπτωτος''': -ον, ὁ μὴ μεταβαλλόμενος, [[ἀμετάβλητος]], λόγοι μόνιμοι καὶ ἀμ. Πλάτ. Τίμ. 29Β· [[ἐπιστήμη]] Ἀριστ. Τοπ. 6. 2,3· ἡ [[ἀρετὴ]] ὁ αὐτ. Μεγ. Ἠθ. 2. 11, 18. ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, Πλούτ. 2. 659F: - Ἐπίρρ. -τως ὁ αὐτ. Δίων 14. | |lstext='''ἀμετάπτωτος''': -ον, ὁ μὴ μεταβαλλόμενος, [[ἀμετάβλητος]], λόγοι μόνιμοι καὶ ἀμ. Πλάτ. Τίμ. 29Β· [[ἐπιστήμη]] Ἀριστ. Τοπ. 6. 2,3· ἡ [[ἀρετὴ]] ὁ αὐτ. Μεγ. Ἠθ. 2. 11, 18. ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, Πλούτ. 2. 659F: - Ἐπίρρ. -τως ὁ αὐτ. Δίων 14. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui ne fait pas défaut, fixe, ferme, constant.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[μεταπίπτω]]. | |||
}} | }} |