3,277,759
edits
(6_2) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εἰδωλοποιέω''': [[πλάττω]] [[εἴδωλον]], [[σχηματίζω]] εἰκόνα, [[κυρίως]] ἐν τῷ νῷ, εἴδωλα εἰδωλοποιοῦντι, τοῦ δὲ ἀληθοῦς [[πόρρω]] [[πάνυ]] ἀφεστῶτι Πλάτ. Πολ. 605C, πρβλ. Ἀριστ. π. Ψυχ. 3. 3, 4. ΙΙ. [[παριστάνω]] δι’ ὁμοιώματος ἢ εἰκόνος, τινὰ Διοδ. Ἐκλογ. 519. 22· [[παριστάνω]], [[περιγράφω]], Λογγῖν. 15. | |lstext='''εἰδωλοποιέω''': [[πλάττω]] [[εἴδωλον]], [[σχηματίζω]] εἰκόνα, [[κυρίως]] ἐν τῷ νῷ, εἴδωλα εἰδωλοποιοῦντι, τοῦ δὲ ἀληθοῦς [[πόρρω]] [[πάνυ]] ἀφεστῶτι Πλάτ. Πολ. 605C, πρβλ. Ἀριστ. π. Ψυχ. 3. 3, 4. ΙΙ. [[παριστάνω]] δι’ ὁμοιώματος ἢ εἰκόνος, τινὰ Διοδ. Ἐκλογ. 519. 22· [[παριστάνω]], [[περιγράφω]], Λογγῖν. 15. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> faire une reproduction, représenter;<br /><b>2</b> se représenter par l’imagination.<br />'''Étymologie:''' [[εἰδωλοποιός]]. | |||
}} | }} |