Anonymous

διακρίνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_13a)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διακρίνω''': μέλλ. -κρῐνῶ (ἴδε [[κρίνω]]): - [[χωρίζω]] τὸ ἓν ἀπὸ τοῦ ἄλλου, [[διαχωρίζω]], ὥστ’ αἰπόλια… αἰπόλοι ἄνδρες [[ῥεῖα]] διακρίνωσιν Ἰλ. Β. 475· [[διαχωρίζω]], [[ἀποχωρίζω]], «ξεχωρίζω» τοὺς διαμαχομένους, [[εἰσόκε]] [[δαίμων]] ἄμμε διακρίνη Η. 292, κτλ.· εἰ μὴ νύξ… διακρινέει [[μένος]] ἀνδρῶν Β. 387, πρβλ. Ἡρόδ. 8. 18· δ. φιλέοντε Ὀδ. Δ. 179· [[ὡσαύτως]], στήμονας συγκεχυμένους δ. Πλάτ. Κρατ. 388Β· δ. τὴν κόμην, διαχωρίζειν, Πλάτ. Ρωμ. 15. - Παθ., διαχωρίζομαι, ἐπὶ διαμαχομένων, διακρινθήμεναι ἤδη Ἀργείους καὶ Τρῶας (Ἐπ. ἀπαρ. τοῦ παθ. ἀορ. α΄) Ἰλ. Γ. 98, πρβλ. 102, Η. 306, κτλ.· οὕτω καὶ κατὰ μέσ. μέλλ., διακρινέεσθαι Ὀδ. Σ. 149, Υ. 180· διακριθῆναι ἀπ’ [[ἀλλήλων]] Θουκ. 1.105, πρβλ. 3.9· διακρίνεσθαι πρὸς…, διαχωριζόμεθα καὶ ἑνούμεθα πρὸς διαφόρους μερίδας, ὁ αὐτ. 1.18. 2) παρὰ τοῖς παλαιοῖς φιλοσόφοις, [[χωρίζω]] ἢ [[διαλύω]] εἰς τὰ στοιχειώδη μέρη, ἀντίθ. [[συγκρίνω]], Ἀναξαγ. παρ’ Ἀριστ. Φυς. 8.9, 7, Ἐμπεδ. ἐν Μεταφ. 1.4, 8· - [[συχν]]. ἐν τῷ παθ., Ἐπίχ. 126 Ahr., Πλάτ. Φαίδωνι 71Β, Παρμ. 157Α, κτλ. ΙΙ. [[διακρίνω]], [[βλέπω]] [[καλῶς]], Λατ. discernere, καί κ’ ἀλαὸς… διακρίνειε τὸ [[σῆμα]] Ὀδ. Θ. 195· οὐδένα διακρίνων, [[ἄνευ]] διακρίσεως προσώπων, Ἡρόδ. 3.39· δ. τὴν κρόκην καὶ τοὺς στήμονας Πλάτ. Κρατ. 388Β· οὐχὶ δ. τὴν πενιχρὰν ἢ πλουσίαν Διόδωρος Ἐπικλήρ. 1.8· [[ὡσαύτως]], δ. τί τινος Πλάτ. Τιμ. 58Β, κτλ.· - ἀπολ., [[κάμνω]] διάκρισιν, ἡ [[νοῦσος]] διακρίνει ἐν οὐδενὶ Ἱππ. 486.32· οὕτω δὲ καὶ ἐν τῷ παθ. πρκμ., διακεκρίμεθα τάς τε καθαρὰς ἡδονὰς και… Πλάτ. Φιλήβ. 52C· ἀλλ’ ὁ ὑπερσυντέλ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., διεκέκριτο οὐδέν, οὐδεμία [[διάκρισις]] εἶχε γείνει, Θουκ. 1.49. ΙΙΙ. τακτοποιῶ, διαθέτω, ἀποφασίζω, [[ὁρίζω]], Πίνδ. Ο. 8. 32· δ. δίκας Ἡρόδ. 1.100· διά τε κρίνουσι θέμιστας Θεόκρ. 25.46· [[ὡσαύτως]] [[ὁρίζω]] πυρετόν, ἀποφασίζω περὶ [[αὐτοῦ]] ἐκ τῆς κρίσεως εἰς ἣν ἦλθεν, Ἱππ. 137· δ. αἵρεσιν Ἡρόδ. 1.11· δ. εἰ… ὁ αὐτ. 7.54· δ. [[περί]] τινος Ἀριστοφ. Ὄρν. 719. - Μέσ., [[νεῖκος]] δ., [[διαχωρίζω]], [[διαλύω]] τὴν φιλονικίαν, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 35· τὸ ζητούμενον Πλάτ. Φιλήβ. 46Β· [[ταῦτα]]… [[ὅπως]] ποτὲ ἔχει δ. Δημ. 890.1. - Παθ., ἐπὶ προσώπων, [[ἔρχομαι]] εἰς απόφασιν, ἀποφασίζω, ἐπέεσσί γε νηπυτίοισιν ὧδε διακρινθέντε Ἰλ. Υ. 212· αἴ τινι τᾶν πολίων ᾖ ἀμφίλογα, διακριθῆμεν, Συνθήκ. Δωρ. παρὰ Θουκ. 5.79· διακριθεῖμεν [[περί]] τινος Πλάτ. Εὐθύφρ. 7C· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ διαμαχομένων, μάχῃ διακριθῆναι [[πρός]] τινα Ἡρόδ. 9.58· [[πρός]] τινα ὑπέρ τινος Ἑβδ. (Ἰωήλ, 3.2)· ὅπλοις ἢ λόγοις διακρίνεσθαι Φίλιππ. παρὰ Δημ. 163.15. διακρίνεσθαι ἀπολ., Λατ. decertare, Πολύβ. 3.111, 2· τινι, [[πρός]] τινα, Ἐπ. Ἰούδ. 9· - [[μετὰ]] πλήρους παθ. σημασ., [[πόλεμος]] διακριθήσεται Ἡρόδ. 7.206. IV. [[ἀποχωρίζω]] [τόπον τινὰ] δι’ ἱεροὺς σκοπούς, Πίνδ. Ο. 10 (11), 56. V. [[ἑρμηνεύω]] (χρησμόν, [[ὄνειρον]]), Ἰοῦγκος παρὰ Στοβ. 598. 43. VΙ. Μέσ. καὶ παθ., [[ἀμφιβάλλω]], [[διστάζω]], μηδὲν διακρινόμενος Πράξ. Ἀποστ. ι’, 20, ια’, 12· μὴ διακριθῆτε Εὐαγγ. κ. Ματθ. κα´, 21, πρβλ. Ἐπ. π. Ρωμ. δ´, 20· - πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατ. σ. 442.
|lstext='''διακρίνω''': μέλλ. -κρῐνῶ (ἴδε [[κρίνω]]): - [[χωρίζω]] τὸ ἓν ἀπὸ τοῦ ἄλλου, [[διαχωρίζω]], ὥστ’ αἰπόλια… αἰπόλοι ἄνδρες [[ῥεῖα]] διακρίνωσιν Ἰλ. Β. 475· [[διαχωρίζω]], [[ἀποχωρίζω]], «ξεχωρίζω» τοὺς διαμαχομένους, [[εἰσόκε]] [[δαίμων]] ἄμμε διακρίνη Η. 292, κτλ.· εἰ μὴ νύξ… διακρινέει [[μένος]] ἀνδρῶν Β. 387, πρβλ. Ἡρόδ. 8. 18· δ. φιλέοντε Ὀδ. Δ. 179· [[ὡσαύτως]], στήμονας συγκεχυμένους δ. Πλάτ. Κρατ. 388Β· δ. τὴν κόμην, διαχωρίζειν, Πλάτ. Ρωμ. 15. - Παθ., διαχωρίζομαι, ἐπὶ διαμαχομένων, διακρινθήμεναι ἤδη Ἀργείους καὶ Τρῶας (Ἐπ. ἀπαρ. τοῦ παθ. ἀορ. α΄) Ἰλ. Γ. 98, πρβλ. 102, Η. 306, κτλ.· οὕτω καὶ κατὰ μέσ. μέλλ., διακρινέεσθαι Ὀδ. Σ. 149, Υ. 180· διακριθῆναι ἀπ’ [[ἀλλήλων]] Θουκ. 1.105, πρβλ. 3.9· διακρίνεσθαι πρὸς…, διαχωριζόμεθα καὶ ἑνούμεθα πρὸς διαφόρους μερίδας, ὁ αὐτ. 1.18. 2) παρὰ τοῖς παλαιοῖς φιλοσόφοις, [[χωρίζω]] ἢ [[διαλύω]] εἰς τὰ στοιχειώδη μέρη, ἀντίθ. [[συγκρίνω]], Ἀναξαγ. παρ’ Ἀριστ. Φυς. 8.9, 7, Ἐμπεδ. ἐν Μεταφ. 1.4, 8· - [[συχν]]. ἐν τῷ παθ., Ἐπίχ. 126 Ahr., Πλάτ. Φαίδωνι 71Β, Παρμ. 157Α, κτλ. ΙΙ. [[διακρίνω]], [[βλέπω]] [[καλῶς]], Λατ. discernere, καί κ’ ἀλαὸς… διακρίνειε τὸ [[σῆμα]] Ὀδ. Θ. 195· οὐδένα διακρίνων, [[ἄνευ]] διακρίσεως προσώπων, Ἡρόδ. 3.39· δ. τὴν κρόκην καὶ τοὺς στήμονας Πλάτ. Κρατ. 388Β· οὐχὶ δ. τὴν πενιχρὰν ἢ πλουσίαν Διόδωρος Ἐπικλήρ. 1.8· [[ὡσαύτως]], δ. τί τινος Πλάτ. Τιμ. 58Β, κτλ.· - ἀπολ., [[κάμνω]] διάκρισιν, ἡ [[νοῦσος]] διακρίνει ἐν οὐδενὶ Ἱππ. 486.32· οὕτω δὲ καὶ ἐν τῷ παθ. πρκμ., διακεκρίμεθα τάς τε καθαρὰς ἡδονὰς και… Πλάτ. Φιλήβ. 52C· ἀλλ’ ὁ ὑπερσυντέλ. [[μετὰ]] παθ. σημασ., διεκέκριτο οὐδέν, οὐδεμία [[διάκρισις]] εἶχε γείνει, Θουκ. 1.49. ΙΙΙ. τακτοποιῶ, διαθέτω, ἀποφασίζω, [[ὁρίζω]], Πίνδ. Ο. 8. 32· δ. δίκας Ἡρόδ. 1.100· διά τε κρίνουσι θέμιστας Θεόκρ. 25.46· [[ὡσαύτως]] [[ὁρίζω]] πυρετόν, ἀποφασίζω περὶ [[αὐτοῦ]] ἐκ τῆς κρίσεως εἰς ἣν ἦλθεν, Ἱππ. 137· δ. αἵρεσιν Ἡρόδ. 1.11· δ. εἰ… ὁ αὐτ. 7.54· δ. [[περί]] τινος Ἀριστοφ. Ὄρν. 719. - Μέσ., [[νεῖκος]] δ., [[διαχωρίζω]], [[διαλύω]] τὴν φιλονικίαν, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 35· τὸ ζητούμενον Πλάτ. Φιλήβ. 46Β· [[ταῦτα]]… [[ὅπως]] ποτὲ ἔχει δ. Δημ. 890.1. - Παθ., ἐπὶ προσώπων, [[ἔρχομαι]] εἰς απόφασιν, ἀποφασίζω, ἐπέεσσί γε νηπυτίοισιν ὧδε διακρινθέντε Ἰλ. Υ. 212· αἴ τινι τᾶν πολίων ᾖ ἀμφίλογα, διακριθῆμεν, Συνθήκ. Δωρ. παρὰ Θουκ. 5.79· διακριθεῖμεν [[περί]] τινος Πλάτ. Εὐθύφρ. 7C· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ διαμαχομένων, μάχῃ διακριθῆναι [[πρός]] τινα Ἡρόδ. 9.58· [[πρός]] τινα ὑπέρ τινος Ἑβδ. (Ἰωήλ, 3.2)· ὅπλοις ἢ λόγοις διακρίνεσθαι Φίλιππ. παρὰ Δημ. 163.15. διακρίνεσθαι ἀπολ., Λατ. decertare, Πολύβ. 3.111, 2· τινι, [[πρός]] τινα, Ἐπ. Ἰούδ. 9· - [[μετὰ]] πλήρους παθ. σημασ., [[πόλεμος]] διακριθήσεται Ἡρόδ. 7.206. IV. [[ἀποχωρίζω]] [τόπον τινὰ] δι’ ἱεροὺς σκοπούς, Πίνδ. Ο. 10 (11), 56. V. [[ἑρμηνεύω]] (χρησμόν, [[ὄνειρον]]), Ἰοῦγκος παρὰ Στοβ. 598. 43. VΙ. Μέσ. καὶ παθ., [[ἀμφιβάλλω]], [[διστάζω]], μηδὲν διακρινόμενος Πράξ. Ἀποστ. ι’, 20, ια’, 12· μὴ διακριθῆτε Εὐαγγ. κ. Ματθ. κα´, 21, πρβλ. Ἐπ. π. Ρωμ. δ´, 20· - πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατ. σ. 442.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> διακρινῶ, <i>etc.</i><br /><b>I.</b> séparer l’un de l’autre, <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> séparer en deux, séparer (deux armées, deux combattants, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> séparer les uns des autres;<br /><b>3</b> séparer en ses éléments primitifs;<br /><b>II.</b> distinguer, <i>d’où</i><br /><b>1</b> discerner par la vue;<br /><b>2</b> distinguer : οὐδένα διακρίνων HDT sans distinction de personnes;<br /><b>III.</b> <i>p. ext.</i> décider, <i>d’où</i><br /><b>1</b> rendre un arrêt, décider, juger;<br /><b>2</b> <i>en gén.</i> décider : [[οὐκ]] ἔχειν διακρῖναι [[εἰ]] … [[οὔτε]] [[εἰ]] HDT ne pouvoir décider si … ou si ; [[πόλεμος]] διακριθήσεται HDT la guerre sera décidée, <i>càd</i> terminée ; <i>Pass.</i> faire décider (une querelle) : μάχῃ διακριθῆναι [[πρός]] τινα HDT décider une querelle en se mesurant avec qqn;<br /><i><b>Moy.</b></i> διακρίνομαι;<br /><b>1</b> distinguer;<br /><b>2</b> décider, trancher : δ. [[Ἄρηϊ]] THCR décider par la force des armes.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[κρίνω]].
}}
}}