Anonymous

περίειμι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_1)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περίειμι''': (εἰμί, sum) εἶμαι [[πέριξ]], [[χωρίον]] ᾧ [[τειχίον]] περιῆν Θουκ. 7. 81˙ ἃ δὲ νῦν περιόντ’ αὐτὸν ὑβρίζειν ἐπαίρει Δημ. 582. 12 (κοινῶς περιιόντ’). ΙΙ. ὡς τὸ [[ὑπέρειμι]], εἶμαι ὑπέρτερός τινος, [[ὑπερέχω]], [[ἐξέχω]], [[μετὰ]] γεν. προσ., τόσον ἐγὼ [[περί]] τ’ [[εἰμὶ]] θεῶν [[περί]] τ’ εἶμ’ ἀνθρώπων Ἰλ. Θ. 27, πρβλ. Ἡρόδ. 3. 146˙ μετ’ αἰτ. πράγμ., περὶ φρένας ἔμεναι ἄλλων Ἰλ. Ν. 631˙ περίεσσι γυναικῶν εἶδός τε μέγεθός τε Ὀδ. Σ. 248, πρβλ. Τ. 326, κτλ.˙ οἳ περὶ μὲν βουλὴν Δαναῶν περὶ δ’ ἐστὲ μάχεσθαι (= μάχην) Ἰλ. Α. 258, πρβλ. Ὀδ. Α. 66˙ ― παρ’ Ἀττ. [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] δοτ. πράγμ., σοφίᾳ π. τῶν Ἑλλήνων Πλάτ. Πρωτ. 342Β, πρβλ. Συμπ. 222Ε˙ καὶ [[ἄνευ]] τῆς γεν. προσ., εἶμαι [[ὑπέρτερος]], ναυσὶ πολὺ π. Θουκ. 6. 22˙ πολλὸν π. πλήθει Ἡρόδ. 9. 31, πρβλ. Ξεν. Ἀνάβ. 1. 8, 13 καὶ 9. 24 ἀπολ., ἐλπὶς τοῦ περιέσεσθαι, ἐλπὶς ἐπιτυχίας, Θουκ. 1. 144˙ ἐκ περιόντος, ἐξ ὑπεροχῆς, ὁ αὐτ. 8. 46˙ [[ἀλλά]], ἐκ τοῦ [[παριόντος]], ἐξ αὐθαδείας, ἀκολασίας, Δημ. 1483.15, Λουκ. Ἔρωτ. 33˙ πρβλ. [[περιουσία]]. ΙΙΙ. ἐπιζῶ, ζῶ μετά τινα, τινι Ἡρόδ. 1. 121, 3. 119˙ ἀπολ., ἐπιζῶ, [[διαμένω]] ἐν τῇ ζωῇ, [[συχν]]. παρ’ Ἡρόδ., ὡς 1. 11, 120 κτλ.˙ τὴν Ἑλλάδα π. ἐλεύθερην, ὅτι θέλει διαμείνῃ, παραμείνῃ ἐλευθέρα, ὁ αὐτ. 7. 139˙ οὕτω καὶ παρὰ Δημ. 585. 18, κτλ.˙ ― ἐπὶ πραγμάτων, ὑφίσταμαι, [[ὑπάρχω]] Ἡρόδ. 1. 92, κτλ. 2) [[διαμένω]], ὑπολείπομαι, [[ἀπομένω]], τὸ περιὸν τοῦ στρατοῦ Θουκ. 2. 79˙ ἰδίως ἐπὶ περιουσίας, χρημάτων κτλ., ἡ περιοῦσα παρασκευὴ ὁ αὐτ. 1. 89˙ π. τινι εἰς τὸν ἐνιαυτὸν Πλάτ. Πολ. 416Ε˙ οἰόμενοι περιεῖναι χρήματά τῳ, φανταζόμενοι ὅτι ἔχει τις [[περίσσευμα]] ἀνὰ χεῖρας, Δημ. 303. 22˙ τὰ περιόντα, τὸ [[περίσσευμα]], τὸ ὑπόλοιπον, Πλάτ. Νόμ. 923D, Ἰσαῖ. 55. 13˙ τὰ περιόντα χρήματα τῆς διοικήσεως, τὰ ὑπολειπόμενα χρήματα [[μετὰ]] τὴν πληρωμὴν τῆς δαπάνης, Δημ. 1346. 18. 3) ὑπολείπομαι ἐπὶ πλέον, εἶμαι [[ἀποτέλεσμα]], ἀκολουθῶ, περίεστιν ὑμῖν ἐκ τούτων, ὅ,τι ἐκερδήσατε ἐκ πάντων τούτων [[εἶναι]] ..., Δημ. 172. 9˙ ἐνίοις ... τὸ μηδὲν ἀναλῶσαι ... περίεστιν, εἴς τινας τὸ [[ἀποτέλεσμα]] ... [[εἶναι]] ὅτι οὐδὲν ἐδαπάνησεν, ὁ αὐτ. 565. 2˙ [[συχνάκις]] ἐπὶ τῆς κακῆς ἐννοίας, τοσοῦτον ὑμῖν περίεστιν τοῦ πρὸς ἐμὲ μίσους, ἔχει ὑπολειφθῆ εἰς ὑμᾶς τοσοῦτον [[μῖσος]] [[ἐναντίον]] μου, Φίλιππ. παρὰ Δημ. 160. 12˙ τοσοῦτον αὐτῷ περιῆν (ἐξυπακ. τῆς ὕβρεως) ὁ αὐτ. 520. 16 περιεῖναι αὐτῷ μηδὲν ἄλλ’ ἢ τὰς αἰσχύνας Αἰσχίν. 22. 8 ψηφίσμαθ’ ὑμῖν περιέσται, βελτίω δ’ οὐδὲν ἔσται τὰ πράγματα, θὰ ἔχητε ἀφθονίαν ψηφισμάτων, ἀλλὰ ..., Δημ. 1432. 16, πρβλ. 565. 4˙ μετ’ ἀπαρ., περίεστι [[τοίνυν]] ὑμῖν αὐτοῖς ἐρίζειν ὁ αὐτ. 26. 19˙ οὕτω, τούτοις τοσοῦτον περίεστιν, [[ὥστε]] προσσυκοφαντοῦσιν, εἰς τοιαύτην κατάστασιν ἔχουσι φθάσῃ τὰ πράγματα παρ’ αὐτοῖς [[ὥστε]] ..., ὁ αὐτ. 1280. 1. Πρβλ. [[περιγίγνομαι]], ἀπ ἀρχῆς μέχρις τέλους.
|lstext='''περίειμι''': (εἰμί, sum) εἶμαι [[πέριξ]], [[χωρίον]] ᾧ [[τειχίον]] περιῆν Θουκ. 7. 81˙ ἃ δὲ νῦν περιόντ’ αὐτὸν ὑβρίζειν ἐπαίρει Δημ. 582. 12 (κοινῶς περιιόντ’). ΙΙ. ὡς τὸ [[ὑπέρειμι]], εἶμαι ὑπέρτερός τινος, [[ὑπερέχω]], [[ἐξέχω]], [[μετὰ]] γεν. προσ., τόσον ἐγὼ [[περί]] τ’ [[εἰμὶ]] θεῶν [[περί]] τ’ εἶμ’ ἀνθρώπων Ἰλ. Θ. 27, πρβλ. Ἡρόδ. 3. 146˙ μετ’ αἰτ. πράγμ., περὶ φρένας ἔμεναι ἄλλων Ἰλ. Ν. 631˙ περίεσσι γυναικῶν εἶδός τε μέγεθός τε Ὀδ. Σ. 248, πρβλ. Τ. 326, κτλ.˙ οἳ περὶ μὲν βουλὴν Δαναῶν περὶ δ’ ἐστὲ μάχεσθαι (= μάχην) Ἰλ. Α. 258, πρβλ. Ὀδ. Α. 66˙ ― παρ’ Ἀττ. [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] δοτ. πράγμ., σοφίᾳ π. τῶν Ἑλλήνων Πλάτ. Πρωτ. 342Β, πρβλ. Συμπ. 222Ε˙ καὶ [[ἄνευ]] τῆς γεν. προσ., εἶμαι [[ὑπέρτερος]], ναυσὶ πολὺ π. Θουκ. 6. 22˙ πολλὸν π. πλήθει Ἡρόδ. 9. 31, πρβλ. Ξεν. Ἀνάβ. 1. 8, 13 καὶ 9. 24 ἀπολ., ἐλπὶς τοῦ περιέσεσθαι, ἐλπὶς ἐπιτυχίας, Θουκ. 1. 144˙ ἐκ περιόντος, ἐξ ὑπεροχῆς, ὁ αὐτ. 8. 46˙ [[ἀλλά]], ἐκ τοῦ [[παριόντος]], ἐξ αὐθαδείας, ἀκολασίας, Δημ. 1483.15, Λουκ. Ἔρωτ. 33˙ πρβλ. [[περιουσία]]. ΙΙΙ. ἐπιζῶ, ζῶ μετά τινα, τινι Ἡρόδ. 1. 121, 3. 119˙ ἀπολ., ἐπιζῶ, [[διαμένω]] ἐν τῇ ζωῇ, [[συχν]]. παρ’ Ἡρόδ., ὡς 1. 11, 120 κτλ.˙ τὴν Ἑλλάδα π. ἐλεύθερην, ὅτι θέλει διαμείνῃ, παραμείνῃ ἐλευθέρα, ὁ αὐτ. 7. 139˙ οὕτω καὶ παρὰ Δημ. 585. 18, κτλ.˙ ― ἐπὶ πραγμάτων, ὑφίσταμαι, [[ὑπάρχω]] Ἡρόδ. 1. 92, κτλ. 2) [[διαμένω]], ὑπολείπομαι, [[ἀπομένω]], τὸ περιὸν τοῦ στρατοῦ Θουκ. 2. 79˙ ἰδίως ἐπὶ περιουσίας, χρημάτων κτλ., ἡ περιοῦσα παρασκευὴ ὁ αὐτ. 1. 89˙ π. τινι εἰς τὸν ἐνιαυτὸν Πλάτ. Πολ. 416Ε˙ οἰόμενοι περιεῖναι χρήματά τῳ, φανταζόμενοι ὅτι ἔχει τις [[περίσσευμα]] ἀνὰ χεῖρας, Δημ. 303. 22˙ τὰ περιόντα, τὸ [[περίσσευμα]], τὸ ὑπόλοιπον, Πλάτ. Νόμ. 923D, Ἰσαῖ. 55. 13˙ τὰ περιόντα χρήματα τῆς διοικήσεως, τὰ ὑπολειπόμενα χρήματα [[μετὰ]] τὴν πληρωμὴν τῆς δαπάνης, Δημ. 1346. 18. 3) ὑπολείπομαι ἐπὶ πλέον, εἶμαι [[ἀποτέλεσμα]], ἀκολουθῶ, περίεστιν ὑμῖν ἐκ τούτων, ὅ,τι ἐκερδήσατε ἐκ πάντων τούτων [[εἶναι]] ..., Δημ. 172. 9˙ ἐνίοις ... τὸ μηδὲν ἀναλῶσαι ... περίεστιν, εἴς τινας τὸ [[ἀποτέλεσμα]] ... [[εἶναι]] ὅτι οὐδὲν ἐδαπάνησεν, ὁ αὐτ. 565. 2˙ [[συχνάκις]] ἐπὶ τῆς κακῆς ἐννοίας, τοσοῦτον ὑμῖν περίεστιν τοῦ πρὸς ἐμὲ μίσους, ἔχει ὑπολειφθῆ εἰς ὑμᾶς τοσοῦτον [[μῖσος]] [[ἐναντίον]] μου, Φίλιππ. παρὰ Δημ. 160. 12˙ τοσοῦτον αὐτῷ περιῆν (ἐξυπακ. τῆς ὕβρεως) ὁ αὐτ. 520. 16 περιεῖναι αὐτῷ μηδὲν ἄλλ’ ἢ τὰς αἰσχύνας Αἰσχίν. 22. 8 ψηφίσμαθ’ ὑμῖν περιέσται, βελτίω δ’ οὐδὲν ἔσται τὰ πράγματα, θὰ ἔχητε ἀφθονίαν ψηφισμάτων, ἀλλὰ ..., Δημ. 1432. 16, πρβλ. 565. 4˙ μετ’ ἀπαρ., περίεστι [[τοίνυν]] ὑμῖν αὐτοῖς ἐρίζειν ὁ αὐτ. 26. 19˙ οὕτω, τούτοις τοσοῦτον περίεστιν, [[ὥστε]] προσσυκοφαντοῦσιν, εἰς τοιαύτην κατάστασιν ἔχουσι φθάσῃ τὰ πράγματα παρ’ αὐτοῖς [[ὥστε]] ..., ὁ αὐτ. 1280. 1. Πρβλ. [[περιγίγνομαι]], ἀπ ἀρχῆς μέχρις τέλους.
}}
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span><i>impf.</i> [[περιῆν]], <i>f.</i> περιέσομαι;<br /><b>I.</b> être autour de, τινι;<br /><b>II.</b> être au-dessus de, être supérieur à, l’emporter sur : τινος sur qqn ; τινός [[τι]] sur qqn en qch ; τινι en qch, être supérieur en qch ; [[ἐκ]] περιόντος THC avec supériorité;<br /><b>III.</b> être de plus, être en plus :<br /><b>1</b> être de reste : τὸ περιὸν [[τοῦ]] στρατοῦ THC le reste de l’armée ; ἡ περιοῦσα [[παρασκευή]] THC ce qui reste des biens mobiliers;<br /><b>2</b> survivre : τινί, à qqn;<br /><b>3</b> rester, se maintenir : περεῖναι ἐλευθέρην HDT rester libre <i>en parl. de la Grèce</i>;<br /><b>4</b> rester comme résultat final : [[ὑμῖν]] περίεστι [[ἐκ]] τούτων DÉM de cela il vous reste l’avantage de, vous gagnerez à cela de ; avec l’inf. περίεστι [[τοίνυν]] [[ἡμῖν]] ἀλλήλοις ἐρίζειν DÉM nous y gagnons de nous quereller mutuellement.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[εἰμί]].<br /><span class="bld">2</span><i>impf.</i> [[περιῄειν]], <i>f.</i> [[περίειμι]];<br /><b>I.</b> aller autour, <i>d’où</i><br /><b>1</b> faire le tour de, <i>avec un rég. ; abs.</i> aller çà et là ; <i>particul.</i> aller çà et là en flânant ; κατὰ νώτου τινι THC faire le tour pour se mettre derrière qqn ; <i>abs.</i> χρόνου περιϊόντος HDT le temps s’écoulant;<br /><b>2</b> faire un tour à travers, parcourir dans une tournée : [[φύλακας]] HDT visiter les postes ; τὴν Ἑλλάδα XÉN parcourir la Grèce;<br /><b>II.</b> échoir par tour de succession : ἔς τινα, à qqn.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[εἶμι]].
}}
}}