Anonymous

περίβολος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_15)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περίβολος''': -ον, ([[περιβάλλω]]) ὁ περιτιθέμενος, φορούμενος, στέφεα Εὐρ. Ι. Α. 1477· περιβεβλημένος, περιπεφραγμένος, σκηνὴ
|lstext='''περίβολος''': -ον, ([[περιβάλλω]]) ὁ περιτιθέμενος, φορούμενος, στέφεα Εὐρ. Ι. Α. 1477· περιβεβλημένος, περιπεφραγμένος, σκηνὴ
}}
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span>ος, ον :<br />qui entoure.<br />'''Étymologie:''' [[περιβάλλω]].<br /><span class="bld">2</span>ου (ὁ) :<br />enceinte :<br /><b>1</b> rempart, retranchement;<br /><b>2</b> enceinte <i>ou</i> circuit d’une maison, d’un sanctuaire.<br />'''Étymologie:''' [[περίβολος]]¹.
}}
}}