3,277,114
edits
(6_18) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δυσδιαίτητος''': -ον, περὶ οὗ δύσκολον [[εἶναι]] νὰ ἀποφασίσῃ τις, [[κρίσις]] Πλούτ. Συγκρ. Κίμ. κ. Λουκ. 3, κτλ. | |lstext='''δυσδιαίτητος''': -ον, περὶ οὗ δύσκολον [[εἶναι]] νὰ ἀποφασίσῃ τις, [[κρίσις]] Πλούτ. Συγκρ. Κίμ. κ. Λουκ. 3, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />difficile à trancher, à décider.<br />'''Étymologie:''' δυσ-, [[διαιτάω]]. | |||
}} | }} |