Anonymous

χειροποίητος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_17)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χειροποίητος''': -ον, ὁ διὰ χειρὸς πεποιημένος, [[τεχνητός]], ἀντίθετον τῷ αὐτοφυὴς ([[φυσικός]]), [[σκῆπτρον]] Ἡρόδ. 1. 195· [[λίμνη]] 2. 149· [[ἔργον]] Πλάτ. Κριτί. 118C· ὁδὸς Ξεν. Ἀν. 4. 2, 5 φλὸξ χ., πῦρ ἐπίτηδες ἀναφθέν, ἀντίθετον τῷ ἀπὸ ταὐτομάτου, Θουκ. 2.77· - [[συχν]]. παρὰ τοῖς Ἑβδ., ἐπὶ τῶν εἰδώλων, πρβλ. Χρησμ. Σιβ. 3. 605. Ἐπίρρ. -τως, Πολύβ. 10. 10, 12.
|lstext='''χειροποίητος''': -ον, ὁ διὰ χειρὸς πεποιημένος, [[τεχνητός]], ἀντίθετον τῷ αὐτοφυὴς ([[φυσικός]]), [[σκῆπτρον]] Ἡρόδ. 1. 195· [[λίμνη]] 2. 149· [[ἔργον]] Πλάτ. Κριτί. 118C· ὁδὸς Ξεν. Ἀν. 4. 2, 5 φλὸξ χ., πῦρ ἐπίτηδες ἀναφθέν, ἀντίθετον τῷ ἀπὸ ταὐτομάτου, Θουκ. 2.77· - [[συχν]]. παρὰ τοῖς Ἑβδ., ἐπὶ τῶν εἰδώλων, πρβλ. Χρησμ. Σιβ. 3. 605. Ἐπίρρ. -τως, Πολύβ. 10. 10, 12.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />fait de main d’homme.<br />'''Étymologie:''' [[χειροποιέομαι]].
}}
}}