Anonymous

θυμαίνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_23)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θῡμαίνω''': μέλλ. -ᾰνῶ, (θυμὸς) ὀργίζομαι, θυμώνω, ὄμμασι θυμήνασαι Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 262, Ἀριστοφ. Νεφέλ. 609· τινί, [[ἐναντίον]] τινός, [[αὐτόθι]] 1478, Εὔπολ. ἐν Μαρ. 21.
|lstext='''θῡμαίνω''': μέλλ. -ᾰνῶ, (θυμὸς) ὀργίζομαι, θυμώνω, ὄμμασι θυμήνασαι Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 262, Ἀριστοφ. Νεφέλ. 609· τινί, [[ἐναντίον]] τινός, [[αὐτόθι]] 1478, Εὔπολ. ἐν Μαρ. 21.
}}
{{bailly
|btext=être irrité, τινι contre qqn.<br />'''Étymologie:''' [[θυμός]].
}}
}}