Anonymous

πήδησις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πήδησις''': ἡ, [[πήδημα]], Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 6, 5, Πλουτ. Ἀντών. 75· ἐπὶ ξύλων καιομένων, Θεοφρ. π. Πυρὸς 69. ΙΙ. [[παλμός]], [[σκίρτημα]] τῆς καρδίας, Πλάτ. Τίμ. 70C, Νόμ. 791Α.
|lstext='''πήδησις''': ἡ, [[πήδημα]], Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 6, 5, Πλουτ. Ἀντών. 75· ἐπὶ ξύλων καιομένων, Θεοφρ. π. Πυρὸς 69. ΙΙ. [[παλμός]], [[σκίρτημα]] τῆς καρδίας, Πλάτ. Τίμ. 70C, Νόμ. 791Α.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de bondir, bond.<br />'''Étymologie:''' [[πηδάω]].
}}
}}