Anonymous

προκατακαίω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προκατακαίω''': [[κατακαίω]] πρότερον, Δίων Κ. 60. 34· ἐπὶ στρατιωτῶν, [[κατακαίω]] πᾶν ὅ,τι συναντήσω ἐνώπιόν μου, Ξεν. Ἀνάβ. 1. 6, 2.
|lstext='''προκατακαίω''': [[κατακαίω]] πρότερον, Δίων Κ. 60. 34· ἐπὶ στρατιωτῶν, [[κατακαίω]] πᾶν ὅ,τι συναντήσω ἐνώπιόν μου, Ξεν. Ἀνάβ. 1. 6, 2.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> προκατακαύσω, <i>ao.</i> προκατέκηα;<br />brûler (tout) avant (l’arrivée de l’armée).<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κατακαίω]].
}}
}}