Anonymous

κροκόδειλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κροκόδειλος''': ὁ, [[σαύρα]] [[κυρίως]] [[λέξις]] Ἰωνική, Ἡρόδ. 2. 69· κρ. χερσαῖοι, μεγάλαι σαῦραι τῆς κεντρικῆς Ἀφρικῆς, ὁ αὐτ. 4. 192, πρβλ. Ἀριστ. Ἀποσπ. 320, Αἰλ. π. Ζ. 1. 58. 2) ἡ μεγίστη [[σαύρα]] τοῦ Νείλου, ὁ [[κροκόδειλος]], ὁ καλούμενος ὑπὸ τῶν ἐπιχωρίων χάμψα, Ἡρόδ. 2. 68 κἑξ.· εὕρηται δὲ καὶ ἐν τῷ Ἰνδῷ, ὁ αὐτ. 4. 44· καλούμενος δὲ πρὸς διάκρισιν, ὁ κρ. ὁ [[ποτάμιος]], Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 11, 10, κτλ.· αὐξάνεται δὲ εἰς [[μῆκος]] δεκαεπτὰ πήχεων, [[αὐτόθι]] 5. 33, 5. ΙΙ. [[ὄνομα]] σοφίσματός τινος, ἴδε Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 1. 2, Βίων Πρᾶσιν 22· [[ὡσαύτως]] [[κροκοδειλίτης]], ὁ, Ρήτορες (Walz) 4. 154., 7. 163· [[κροκοδείλινος]] [[λόγος]] Κλήμ. Ἀλ. 651· crocodilinae ambiguitates, ὡς τὸ κερατίναι, Κοϊντιλ.· ἴδε Menag. εἰς Διογ. Λ. 2. 108, Spald. εἰς Κοϊντιλ. 1. 10, 5.
|lstext='''κροκόδειλος''': ὁ, [[σαύρα]] [[κυρίως]] [[λέξις]] Ἰωνική, Ἡρόδ. 2. 69· κρ. χερσαῖοι, μεγάλαι σαῦραι τῆς κεντρικῆς Ἀφρικῆς, ὁ αὐτ. 4. 192, πρβλ. Ἀριστ. Ἀποσπ. 320, Αἰλ. π. Ζ. 1. 58. 2) ἡ μεγίστη [[σαύρα]] τοῦ Νείλου, ὁ [[κροκόδειλος]], ὁ καλούμενος ὑπὸ τῶν ἐπιχωρίων χάμψα, Ἡρόδ. 2. 68 κἑξ.· εὕρηται δὲ καὶ ἐν τῷ Ἰνδῷ, ὁ αὐτ. 4. 44· καλούμενος δὲ πρὸς διάκρισιν, ὁ κρ. ὁ [[ποτάμιος]], Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 11, 10, κτλ.· αὐξάνεται δὲ εἰς [[μῆκος]] δεκαεπτὰ πήχεων, [[αὐτόθι]] 5. 33, 5. ΙΙ. [[ὄνομα]] σοφίσματός τινος, ἴδε Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 1. 2, Βίων Πρᾶσιν 22· [[ὡσαύτως]] [[κροκοδειλίτης]], ὁ, Ρήτορες (Walz) 4. 154., 7. 163· [[κροκοδείλινος]] [[λόγος]] Κλήμ. Ἀλ. 651· crocodilinae ambiguitates, ὡς τὸ κερατίναι, Κοϊντιλ.· ἴδε Menag. εἰς Διογ. Λ. 2. 108, Spald. εἰς Κοϊντιλ. 1. 10, 5.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> crocodile, <i>animal</i> ; [[κροκόδειλος]] [[χερσαῖος]], sorte de grand lézard;<br /><b>2</b> sorte de sophisme.<br />'''Étymologie:''' p.-ê. par dissimil. p. κροκόδειρος, litt. « à la peau jaunâtre », de [[κρόκος]], [[δέρω]].
}}
}}