Anonymous

πληθώρη: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''πληθώρη''': ἡ, Ἰων. [[λέξις]], σημαίνουσα τὸ εἶναί τι πλῆρες, [[πληθώρη]] ἀγορῆς, = ἀγορὰ πλήθουσα, Ἡρόδ. 2. 173., 7. 223· ἴδε ἐν λ. ἀγορὰ IV. II. [[κόρος]], [[χορτασμός]], ὁ αὐτ. 7. 49, 2, Ἱππ. περὶ Διαίτ. Ὀξ. 389. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς ἰατρ., πλησμονὴ αἵματος ἢ χυμῶν, Ἀλεξάνδ. Ἀφροδ. Προβλ. 2. 10, Γαλην. (Ἐσχηματίσθη ἐκ τοῦ [[πλήθω]], ὡς τὸ ἐλπωρὴ ἐκ τοῦ ἕλπω).
|lstext='''πληθώρη''': ἡ, Ἰων. [[λέξις]], σημαίνουσα τὸ εἶναί τι πλῆρες, [[πληθώρη]] ἀγορῆς, = ἀγορὰ πλήθουσα, Ἡρόδ. 2. 173., 7. 223· ἴδε ἐν λ. ἀγορὰ IV. II. [[κόρος]], [[χορτασμός]], ὁ αὐτ. 7. 49, 2, Ἱππ. περὶ Διαίτ. Ὀξ. 389. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς ἰατρ., πλησμονὴ αἵματος ἢ χυμῶν, Ἀλεξάνδ. Ἀφροδ. Προβλ. 2. 10, Γαλην. (Ἐσχηματίσθη ἐκ τοῦ [[πλήθω]], ὡς τὸ ἐλπωρὴ ἐκ τοῦ ἕλπω).
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><b>1</b> plénitude : [[πληθώρη]] ἀγορῆς HDT heure où l’agora est remplie de monde (<i>cf.</i> [[πλήθω]]);<br /><b>2</b> surabondance ; satiété.<br />'''Étymologie:''' [[πλήθω]].
}}
}}