Anonymous

ἀποκναίω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποκναίω''': Ἀττ. -[[κνάω]], ἀπαρ. -κνᾶν, Πλάτ. Φίλ. 26Β: ― ἀόρ. -έκναισα ὁ αὐτ. Πολ. 406Β: - [[ἀποξέω]], ἢ [[ἀποτρίβω]], τι Ἀντιφάν. ἐν Ἀδήλ. 9. ΙΙ. ἀποκν. τινά, ταράττω τινά, ἐνοχλῶ τινα, παρενοχλῶ [[ὑπὲρ]] τὸ [[δέον]], Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1087, Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ.· σύ μ’ ἀποκναίεις περιπατῶν Μένανδ. ἐν «Μισουμένῳ» 10· ἀποκναίει γὰρ ἀηδίᾳ [[δήπου]] καὶ ἀναισθησίᾳ Δημ. 564. 12, Θεοφρ. Χαρ. 7, πρβλ. Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 20: - Παθ. φθείρομαι, καταστρέφομαι, ἀφανίζομαι, Πλάτ. Πολ. 406Β· εἰσφοραῖς Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 1: ἴδε Ρουγκ. Τίμ.
|lstext='''ἀποκναίω''': Ἀττ. -[[κνάω]], ἀπαρ. -κνᾶν, Πλάτ. Φίλ. 26Β: ― ἀόρ. -έκναισα ὁ αὐτ. Πολ. 406Β: - [[ἀποξέω]], ἢ [[ἀποτρίβω]], τι Ἀντιφάν. ἐν Ἀδήλ. 9. ΙΙ. ἀποκν. τινά, ταράττω τινά, ἐνοχλῶ τινα, παρενοχλῶ [[ὑπὲρ]] τὸ [[δέον]], Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1087, Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ.· σύ μ’ ἀποκναίεις περιπατῶν Μένανδ. ἐν «Μισουμένῳ» 10· ἀποκναίει γὰρ ἀηδίᾳ [[δήπου]] καὶ ἀναισθησίᾳ Δημ. 564. 12, Θεοφρ. Χαρ. 7, πρβλ. Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 20: - Παθ. φθείρομαι, καταστρέφομαι, ἀφανίζομαι, Πλάτ. Πολ. 406Β· εἰσφοραῖς Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 1: ἴδε Ρουγκ. Τίμ.
}}
{{bailly
|btext=user, fatiguer, épuiser.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[κναίω]].
}}
}}