Anonymous

διαμνημονεύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_5)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαμνημονεύω''': ἀνακαλῶ εἰς τὴν μνήμην μου, ἀπολ., Ἡρόδ. 3. 3, Λυσ. 168. 4˙ τινὸς Πλάτ. Συμπ. 180C˙ τι Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 1, Πλούτ. Σολ. 3, κτλ. - Παθ., διὰ τούτων διαμνημονεύονται Διόδ. 12. 13. 2) [[ἀναφέρω]], Λατ. commemorare, τι Ἀντιφῶν 135. 37, Θουκ. 1. 22˙ διαμνημονεύεται ἔχων, ἀναφέρεται ὡς ἔχων, Ξεν. Κύρ. 1. 1, 2. ΙΙ. ἀνακαλῶ εἰς τὴν μνήμην τινός, τινί τι Πλάτ. Ἐπιν. 976C.
|lstext='''διαμνημονεύω''': ἀνακαλῶ εἰς τὴν μνήμην μου, ἀπολ., Ἡρόδ. 3. 3, Λυσ. 168. 4˙ τινὸς Πλάτ. Συμπ. 180C˙ τι Ξεν. Ἀπομν. 1. 3, 1, Πλούτ. Σολ. 3, κτλ. - Παθ., διὰ τούτων διαμνημονεύονται Διόδ. 12. 13. 2) [[ἀναφέρω]], Λατ. commemorare, τι Ἀντιφῶν 135. 37, Θουκ. 1. 22˙ διαμνημονεύεται ἔχων, ἀναφέρεται ὡς ἔχων, Ξεν. Κύρ. 1. 1, 2. ΙΙ. ἀνακαλῶ εἰς τὴν μνήμην τινός, τινί τι Πλάτ. Ἐπιν. 976C.
}}
{{bailly
|btext=<b>I.</b> conserver le souvenir de, se rappeler : τινός, [[τι]] qch;<br /><b>II.</b> rappeler le souvenir :<br /><b>1</b> transmettre le souvenir : διαμνημονεύεται ἔχων XÉN c’est une tradition, dont le souvenir se conserve, qu’il avait, <i>etc.</i><br /><b>2</b> rappeler le souvenir, mentionner, acc..<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[μνημονεύω]].
}}
}}