Anonymous

συνενδίδωμι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_6)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνενδίδωμι''': ἐνδίδω ἢ ὑποχωρῶ [[ὁμοῦ]], τοὺς δ’ ἐκ τῶν πετροβόλων φερομένους λίθους δεχόμενοι μαλακαῖς τισι καὶ συνενδιδούσαις κατασκευαῖς ἐπράϋνον Διόδ. 17. 43, Στράβ. 51, Πλουτ. Καῖσ. 31· ὑπείκειν καὶ συνδιδόναι ταῖς ἐπιθυμίαις ὁ αὐτ. ἐν Περικλ. 15.
|lstext='''συνενδίδωμι''': ἐνδίδω ἢ ὑποχωρῶ [[ὁμοῦ]], τοὺς δ’ ἐκ τῶν πετροβόλων φερομένους λίθους δεχόμενοι μαλακαῖς τισι καὶ συνενδιδούσαις κατασκευαῖς ἐπράϋνον Διόδ. 17. 43, Στράβ. 51, Πλουτ. Καῖσ. 31· ὑπείκειν καὶ συνδιδόναι ταῖς ἐπιθυμίαις ὁ αὐτ. ἐν Περικλ. 15.
}}
{{bailly
|btext=s’abandonner, se laisser aller à, céder complètement à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἐνδίδωμι]].
}}
}}