Anonymous

ἐντόπιος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_19)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐντόπιος''': -ον, ὡς καὶ νῦν, θεοὶ ἐντόπιοι = ἐγχώριοι, Πλάτ. Φαῖδρ. 262D· πόλεμοι ἐντόπιοι, ἐμφύλιοι, Διον. Ἁλ. 8. 83· ἡ [[ἐντόπιος]] [[ἱστορία]] Διογ. Λ. 7. 35.
|lstext='''ἐντόπιος''': -ον, ὡς καὶ νῦν, θεοὶ ἐντόπιοι = ἐγχώριοι, Πλάτ. Φαῖδρ. 262D· πόλεμοι ἐντόπιοι, ἐμφύλιοι, Διον. Ἁλ. 8. 83· ἡ [[ἐντόπιος]] [[ἱστορία]] Διογ. Λ. 7. 35.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />local, du pays.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[τόπος]].
}}
}}