3,277,180
edits
(6_19) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πύκτης''': -ου, ὁ, (πύξ, πυγμὴ) ὁ [[πυγμάχος]], διὰ τῆς πυγμῆς μαχόμενος, Λατ. pugil, Ξενοφάν. 2. 15, Πινδ. Ο. 10 (11). 20, Σοφ. Τρ. 442, Πλάτ. Γοργ. 460D· ἀντίθετ. τῷ [[παλαιστής]], ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 819Β· [[συχν]]. ἐν Ἐπιγραφαῖς, Συλλ. Ἐπιγρ. 247, 425, κ. ἀλλ.· - [[οὕτως]] ὁ Πίνδ. ἔχει [[πυγμάχος]], πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 14. ΙΙ. ἐπώνυμον τοῦ Ἀπόλλωνος, Πλούτ. 2. 724C. | |lstext='''πύκτης''': -ου, ὁ, (πύξ, πυγμὴ) ὁ [[πυγμάχος]], διὰ τῆς πυγμῆς μαχόμενος, Λατ. pugil, Ξενοφάν. 2. 15, Πινδ. Ο. 10 (11). 20, Σοφ. Τρ. 442, Πλάτ. Γοργ. 460D· ἀντίθετ. τῷ [[παλαιστής]], ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 819Β· [[συχν]]. ἐν Ἐπιγραφαῖς, Συλλ. Ἐπιγρ. 247, 425, κ. ἀλλ.· - [[οὕτως]] ὁ Πίνδ. ἔχει [[πυγμάχος]], πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 5, 14. ΙΙ. ἐπώνυμον τοῦ Ἀπόλλωνος, Πλούτ. 2. 724C. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />athlète qui lutte au pugilat.<br />'''Étymologie:''' [[πύξ]]. | |||
}} | }} |