3,277,759
edits
(6_7) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατωφερής''': -ές, = [[κάτω]] φερόμενος, πρὸς τὰ [[κάτω]] κεκλιμένος, κεφαλὴ Ξεν. Κυν. 5. 30 (διάφ. γραφ. [[καταφερής]])· ἀντίθ. τῷ [[ἀνωφερής]], Πολύβ. 3. 54, 5. ΙΙ. μεταφ., ἔχων διάθεσιν πρὸς τὸ κακόν, [[αἰσχρός]], [[ἀχρεῖος]], Ἀπολλόδ. παρ’ Ἀθην. 281F, Ἡσύχ.- Ἐπίρρ. -ρῶς, Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Εἰρ. 152. | |lstext='''κατωφερής''': -ές, = [[κάτω]] φερόμενος, πρὸς τὰ [[κάτω]] κεκλιμένος, κεφαλὴ Ξεν. Κυν. 5. 30 (διάφ. γραφ. [[καταφερής]])· ἀντίθ. τῷ [[ἀνωφερής]], Πολύβ. 3. 54, 5. ΙΙ. μεταφ., ἔχων διάθεσιν πρὸς τὸ κακόν, [[αἰσχρός]], [[ἀχρεῖος]], Ἀπολλόδ. παρ’ Ἀθην. 281F, Ἡσύχ.- Ἐπίρρ. -ρῶς, Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Εἰρ. 152. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> qui pend;<br /><b>2</b> incliné, pentu, abrupt;<br /><b>3</b> qui a tendance à tomber, lourd.<br />'''Étymologie:''' [[κάτω]], [[φέρω]]. | |||
}} | }} |