3,271,117
edits
(6_14) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κόμβος''': ὁ, «[[κόμπος]]», κομπόδεμα, δεσμὸς «ὁ [[κόμβος]] τῶν δύο χειριδίων [[ὅταν]] τις δήσῃ ἐπὶ τὸν [[ἴδιον]] τράχηλον» Ἀνών. παρὰ Σουΐδ., Ἀρχ. Μαθ. σ. 47· ― Καθ’ Ἡσύχ.: «κόμβους· ὀδόντας γομφίους». ― Ὑποκορ. κομβίον, τό, ἴδε Δουκάγγ. | |lstext='''κόμβος''': ὁ, «[[κόμπος]]», κομπόδεμα, δεσμὸς «ὁ [[κόμβος]] τῶν δύο χειριδίων [[ὅταν]] τις δήσῃ ἐπὶ τὸν [[ἴδιον]] τράχηλον» Ἀνών. παρὰ Σουΐδ., Ἀρχ. Μαθ. σ. 47· ― Καθ’ Ἡσύχ.: «κόμβους· ὀδόντας γομφίους». ― Ὑποκορ. κομβίον, τό, ἴδε Δουκάγγ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />bandeau, ceinture.<br />'''Étymologie:''' DELG mot techn. sans étym. | |||
}} | }} |