Anonymous

περίλοιπος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περίλοιπος''': -ον, = [[περιλιπής]], ὁ ἀπομείνας,! Ἀριστοφ.! Ἀποσπ. 208, Θουκ. 1. 74.
|lstext='''περίλοιπος''': -ον, = [[περιλιπής]], ὁ ἀπομείνας,! Ἀριστοφ.! Ἀποσπ. 208, Θουκ. 1. 74.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui reste, qui survit.<br />'''Étymologie:''' [[περιλείπομαι]].
}}
}}