Anonymous

ἀντεμφαίνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_13a)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντεμφαίνω''': μέλλ. -φᾰνῶ, ἰσχυρίζομαι τὸ [[ἐναντίον]], [[ἀντιλέγω]], [[χάριν]] τοῦ μηδὲν ἀντεμφαίνειν ταῖς ἡμετέραις ἀποφάσεσιν Πολύβ. 18. 11, 12: - [[ὡσαύτως]], ἀντεμφανίζω, «ἀντεμφανίζων· ἀντιδεικνύς» Ἡσύχ.
|lstext='''ἀντεμφαίνω''': μέλλ. -φᾰνῶ, ἰσχυρίζομαι τὸ [[ἐναντίον]], [[ἀντιλέγω]], [[χάριν]] τοῦ μηδὲν ἀντεμφαίνειν ταῖς ἡμετέραις ἀποφάσεσιν Πολύβ. 18. 11, 12: - [[ὡσαύτως]], ἀντεμφανίζω, «ἀντεμφανίζων· ἀντιδεικνύς» Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=exposer une opinion contraire.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[ἐμφαίνω]].
}}
}}