Anonymous

κυπαρίσσινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_5)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κῠπᾰρίσσῐνος''': Ἀττ. -ίττῐνος, η, ον, ἐκ ξύλου κυπαρίσσου, σταθμοὶ Ὀδ. Ρ. 340· [[μέλαθρον]] Πινδ. Π. 5. 51· [[λάρναξ]] Θουκ. 2. 34.
|lstext='''κῠπᾰρίσσῐνος''': Ἀττ. -ίττῐνος, η, ον, ἐκ ξύλου κυπαρίσσου, σταθμοὶ Ὀδ. Ρ. 340· [[μέλαθρον]] Πινδ. Π. 5. 51· [[λάρναξ]] Θουκ. 2. 34.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br /><i>att.</i> [[κυπαρίττινος]];<br />de cyprès.<br />'''Étymologie:''' [[κυπάρισσος]].
}}
}}