Anonymous

μικρολογία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_9)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μῑκρολογία''': ἢ σμικρ- (ἴδε [[μικρός]]), ἡ, ὁ χαρακτὴρ τοῦ μικρολόγου· ἡ [[ἀνόητος]] [[φλυαρία]]· [[μικρόνοια]], Πλάτ. Πολ. 486Α, κτλ., ἴδε ἐν λ. ἄτοπος· [[γλισχρότης]], [[φειδωλία]], Θεοφρ. Χαρ. 10· ― ἐν τῷ πληθ., σμικρότητες, μηδαμινὰ πράγματα, Πλάτ. Ἱππ. Μείζων 304Β. ΙΙ. τὸ ὑποβιβάζειν καὶ παριστάνειν τι μικρὸν διὰ τοῦ λόγου, Ἰσοκρ. 310Β.
|lstext='''μῑκρολογία''': ἢ σμικρ- (ἴδε [[μικρός]]), ἡ, ὁ χαρακτὴρ τοῦ μικρολόγου· ἡ [[ἀνόητος]] [[φλυαρία]]· [[μικρόνοια]], Πλάτ. Πολ. 486Α, κτλ., ἴδε ἐν λ. ἄτοπος· [[γλισχρότης]], [[φειδωλία]], Θεοφρ. Χαρ. 10· ― ἐν τῷ πληθ., σμικρότητες, μηδαμινὰ πράγματα, Πλάτ. Ἱππ. Μείζων 304Β. ΙΙ. τὸ ὑποβιβάζειν καὶ παριστάνειν τι μικρὸν διὰ τοῦ λόγου, Ἰσοκρ. 310Β.
}}
{{bailly
|btext=<i>ou</i> [[σμικρολογία]];<br />ας (ἡ) :<br /><b>1</b> attention donnée à de petites choses, petitesse d’esprit;<br /><b>2</b> parcimonie, avarice.<br />'''Étymologie:''' [[μικρολόγος]].
}}
}}