Anonymous

ἀμοργίς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμοργίς''': -ίδος, ἡ, [[λεπτὸν]] [[λίνον]] ἐκ τῆς νήσου Ἀμοργοῦ, ὁμοιάζον τῇ βύσσῳ (Ἁρποκρ.), πρβλ. καὶ Ἡσύχ.: [[ἄλοπος]] ἀμ., ἀκαθάριστος, μὴ ἀποχωρισθεῖσα ἔτι ἐκ τῆς καλάμης, Ἀρ. Λυσ. 736. ΙΙ. προπαροξ. ἄμοργις, εως, ἡ, = ἀμόργη, Ἀρκάδ. 29. 22, Σουΐδ.
|lstext='''ἀμοργίς''': -ίδος, ἡ, [[λεπτὸν]] [[λίνον]] ἐκ τῆς νήσου Ἀμοργοῦ, ὁμοιάζον τῇ βύσσῳ (Ἁρποκρ.), πρβλ. καὶ Ἡσύχ.: [[ἄλοπος]] ἀμ., ἀκαθάριστος, μὴ ἀποχωρισθεῖσα ἔτι ἐκ τῆς καλάμης, Ἀρ. Λυσ. 736. ΙΙ. προπαροξ. ἄμοργις, εως, ἡ, = ἀμόργη, Ἀρκάδ. 29. 22, Σουΐδ.
}}
{{bailly
|btext=ίδος<br /><i>adj. f.</i><br />de lin fin (de l’île d’Amorgos) <i>ou</i> de pourpre.<br />'''Étymologie:''' cf. [[ἀμόργινος]].
}}
}}