3,258,334
edits
(6_8) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνάτᾰσις''': -εως, ἡ, ([[ἀνατείνω]]), τὸ ἀνατείνειν, ἐκτείνειν πρὸς τὰ ἄνω, εἰς [[ὕψος]] Πολύβ. 5. 44, 3, κτλ. 2) [[ἐξάπλωσις]], Ἱππ. Ἄρθρ. 788· τὸ ἀνατείνειν τὴν χεῖρα κατά τινος, βία, Πολύβ. 4. 4, 7, κτλ. 3) [[ἔντασις]], τὸ ἄκαμπτον, τοῦ φρονήματος Πλουτ. Μάρ. 6. 4) τὸ ὑπομένειν πεῖναν, [[νηστεία]], Πλούτ. 2. 62Α, [[ἔνθα]] ἴδε Οὐϊττεμβ. 5) ἀν. τῆς βοῆς, [[ἐπίτασις]], [[ἔντασις]], Σχόλ. εἰς Ὀρ. 149. | |lstext='''ἀνάτᾰσις''': -εως, ἡ, ([[ἀνατείνω]]), τὸ ἀνατείνειν, ἐκτείνειν πρὸς τὰ ἄνω, εἰς [[ὕψος]] Πολύβ. 5. 44, 3, κτλ. 2) [[ἐξάπλωσις]], Ἱππ. Ἄρθρ. 788· τὸ ἀνατείνειν τὴν χεῖρα κατά τινος, βία, Πολύβ. 4. 4, 7, κτλ. 3) [[ἔντασις]], τὸ ἄκαμπτον, τοῦ φρονήματος Πλουτ. Μάρ. 6. 4) τὸ ὑπομένειν πεῖναν, [[νηστεία]], Πλούτ. 2. 62Α, [[ἔνθα]] ἴδε Οὐϊττεμβ. 5) ἀν. τῆς βοῆς, [[ἐπίτασις]], [[ἔντασις]], Σχόλ. εἰς Ὀρ. 149. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>I.</b> ([[ἀνά]], en haut) raideur, inflexibilité;<br /><b>II.</b> ([[ἀνά]], en arrière) tension en arrière ; <i>fig.</i> abstinence.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνατείνω]]. | |||
}} | }} |