Anonymous

ἀνείδεος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_15)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνείδεος''': -ον, ([[εἶδος]]) ὁ μὴ ἔχων [[εἶδος]], δηλ. μορφήν, ἄμορφοι, Στοβ. Ἐκλογ. 1. 310, Πλούτ. 2. 882C, Αἰλ. π. Ζ. 2. 56: - [[ὡσαύτως]] ἀνειδής, ἑς, Φίλων 1. 598.
|lstext='''ἀνείδεος''': -ον, ([[εἶδος]]) ὁ μὴ ἔχων [[εἶδος]], δηλ. μορφήν, ἄμορφοι, Στοβ. Ἐκλογ. 1. 310, Πλούτ. 2. 882C, Αἰλ. π. Ζ. 2. 56: - [[ὡσαύτως]] ἀνειδής, ἑς, Φίλων 1. 598.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />sans forme.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[εἶδος]].
}}
}}