3,270,297
edits
(6_17) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λᾰγών''': -όν, ἡ, (ἴδε ἐν λ. [[λάγνος]])· - τὸ [[ἑκατέρωθεν]] [[κοίλωμα]] τοῦ σώματος τὸ ὑπὸ τὰς πλευράς, κοινῶς «λαγγόνι» (ἴδε [[λαπάρα]]), Ἱππ. 545. 54, Εὐρ. Ἑκ. 559, Χαιρήμ. παρ’ Ἀθην. 608Β, Ἀριστ. π. Ζ. Ἱστ. 1. 13, 1· [[συχνάκις]] ἐν τῷ πληθ. λαγόνες, Λατ. ilia, Βατραχομυομαχ. 225, Εὐρ. Ι. Τ. 298, Ἀριστοφ. Σφ. 1193, Βάτρ. 662, κτλ.· [[κυρίως]] ἐπὶ ἀνθρώπων, ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] καὶ ἐπὶ ζῴων, Εὐρ. Ἠλ. 826, Ξεν. Κυν. 4, 1., 5, 10, Θεόκρ. 25. 246· θύννου λαγόνες Ἀντιφ. ἐν «Κύκλωπι» 1. 5. 2) παρὰ μεταγεν. ἡ [[μήτρα]], Ναύμαχ. παρὰ Στοβ. 420 4, [[ἔμμετρος]] [[ὑπόθεσις]] εἰς Ο. Τ. τοῦ Σοφ. κτλ. ΙΙ. μεταφ., ὡς τὸ κενεὼν καὶ [[γαστήρ]], πᾶσα [[κοιλότης]], [[κοίλη]] λ., τὸ [[κοίλωμα]] ποτηρίου, Εὔβουλ. ἐν «Καμπυλίωνι» 2· λαγόνεσσι φαρέτρης Ἀνθ. Π. 6. 326· [[πρός]] τινι λ. τοῦ κρημνοῦ Πλουτ. Ἄρατ. 22· ἰδίως ἐπὶ ὄρους, αἱ πλευραὶ [[αὐτοῦ]], Διον. Ἁλ. 3. 24., 9. 23, Καλλ. Ἀποσπ. 185· αἱ πλευραί, τὰ πλάγια, Ἀνθ. Π. παράρτ. 104, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 149. 4., 462. 12, κ. ἀλλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 359-362. | |lstext='''λᾰγών''': -όν, ἡ, (ἴδε ἐν λ. [[λάγνος]])· - τὸ [[ἑκατέρωθεν]] [[κοίλωμα]] τοῦ σώματος τὸ ὑπὸ τὰς πλευράς, κοινῶς «λαγγόνι» (ἴδε [[λαπάρα]]), Ἱππ. 545. 54, Εὐρ. Ἑκ. 559, Χαιρήμ. παρ’ Ἀθην. 608Β, Ἀριστ. π. Ζ. Ἱστ. 1. 13, 1· [[συχνάκις]] ἐν τῷ πληθ. λαγόνες, Λατ. ilia, Βατραχομυομαχ. 225, Εὐρ. Ι. Τ. 298, Ἀριστοφ. Σφ. 1193, Βάτρ. 662, κτλ.· [[κυρίως]] ἐπὶ ἀνθρώπων, ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] καὶ ἐπὶ ζῴων, Εὐρ. Ἠλ. 826, Ξεν. Κυν. 4, 1., 5, 10, Θεόκρ. 25. 246· θύννου λαγόνες Ἀντιφ. ἐν «Κύκλωπι» 1. 5. 2) παρὰ μεταγεν. ἡ [[μήτρα]], Ναύμαχ. παρὰ Στοβ. 420 4, [[ἔμμετρος]] [[ὑπόθεσις]] εἰς Ο. Τ. τοῦ Σοφ. κτλ. ΙΙ. μεταφ., ὡς τὸ κενεὼν καὶ [[γαστήρ]], πᾶσα [[κοιλότης]], [[κοίλη]] λ., τὸ [[κοίλωμα]] ποτηρίου, Εὔβουλ. ἐν «Καμπυλίωνι» 2· λαγόνεσσι φαρέτρης Ἀνθ. Π. 6. 326· [[πρός]] τινι λ. τοῦ κρημνοῦ Πλουτ. Ἄρατ. 22· ἰδίως ἐπὶ ὄρους, αἱ πλευραὶ [[αὐτοῦ]], Διον. Ἁλ. 3. 24., 9. 23, Καλλ. Ἀποσπ. 185· αἱ πλευραί, τὰ πλάγια, Ἀνθ. Π. παράρτ. 104, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 149. 4., 462. 12, κ. ἀλλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 359-362. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=όνος (ἡ) :<br /><b>1</b> cavité, creux;<br /><b>2</b> <i>particul.</i> creux de chaque côté du corps sous les côtes ; creux des flancs, flanc ; [[αἱ]] λαγόνες les flancs.<br />'''Étymologie:''' R. Λαγ, être creux ; cf. [[λαγαρός]]. | |||
}} | }} |