3,251,233
edits
(6_4) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐξώκοιτος''': «ὁ ἔξω κοιταζόμενος» Ἡσύχ.· - ὡς οὐσιαστ. [[ἐξώκοιτος]], ὁ, [[εἶδος]] ἰχθύος, περὶ οὗ λέγεται ὅτι ἐξέρχεται καὶ ἀναπαύεται εἰς τὴν ξηράν, θαυμαστότατον δέ, [[εἴπερ]] ἀληθές, τὸ τοῦ ἐξωκοίτου καλουμένου· τοῦτον γάρ φασιν [[ὁσημέραι]] ποιεῖσθαι τὴν κοίτην ἐν τῇ γῇ Θεόφρ. π. Ἰχθύων (Ἀποσπ. 171. 1.), Αἰλ. π. Ζ. 9. 36, Ὀππ. Ἁλ. 1. 158. ὁ [[ἰχθὺς]] [[οὗτος]] ὀνομάζεται καὶ ἄδωνις. - Ἴδε γραμματικὰ Κόντου ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 309. | |lstext='''ἐξώκοιτος''': «ὁ ἔξω κοιταζόμενος» Ἡσύχ.· - ὡς οὐσιαστ. [[ἐξώκοιτος]], ὁ, [[εἶδος]] ἰχθύος, περὶ οὗ λέγεται ὅτι ἐξέρχεται καὶ ἀναπαύεται εἰς τὴν ξηράν, θαυμαστότατον δέ, [[εἴπερ]] ἀληθές, τὸ τοῦ ἐξωκοίτου καλουμένου· τοῦτον γάρ φασιν [[ὁσημέραι]] ποιεῖσθαι τὴν κοίτην ἐν τῇ γῇ Θεόφρ. π. Ἰχθύων (Ἀποσπ. 171. 1.), Αἰλ. π. Ζ. 9. 36, Ὀππ. Ἁλ. 1. 158. ὁ [[ἰχθὺς]] [[οὗτος]] ὀνομάζεται καὶ ἄδωνις. - Ἴδε γραμματικὰ Κόντου ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 309. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />poisson de mer qui vient dormir à terre.<br />'''Étymologie:''' [[ἔξω]], [[κοίτη]]. | |||
}} | }} |