3,274,216
edits
(6_3) |
(Bailly1_4) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''οἰστροδίνητος''': [ῑ], -ον, ὁ [[ἕνεκα]] τοῦ κεντήματος τοῦ οἴστρου, δινούμενος, περιστρεφόμενος μανιωδῶς, Αισχύλ. Πρ. 589· ― [[οὕτως]], οἰστρδόνητος, ον, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 572, Ἀριστοφ. Θεσμ. 324· καὶ οἰστρόδονος, ον, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 17. Πρβλ. [[οἰστρήλατος]]. | |lstext='''οἰστροδίνητος''': [ῑ], -ον, ὁ [[ἕνεκα]] τοῦ κεντήματος τοῦ οἴστρου, δινούμενος, περιστρεφόμενος μανιωδῶς, Αισχύλ. Πρ. 589· ― [[οὕτως]], οἰστρδόνητος, ον, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 572, Ἀριστοφ. Θεσμ. 324· καὶ οἰστρόδονος, ον, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 17. Πρβλ. [[οἰστρήλατος]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />saisi d’un transport vertigineux.<br />'''Étymologie:''' [[οἶστρος]], [[δινέω]]. | |||
}} | }} |