Anonymous

ἀκαλλής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκαλλής''': -ές, = [[ἄνευ]] θελγήτρων, [[σῶμα]], Λουκ. πῶς δεῖ, Ἱστ. Συγγρ. 48· γῆ αὐχμηρὰ καὶ ἀκ. (ἄλλη γραφ. [[ἀκαμής]]), ὁ αὐτ. Προμ. 14.
|lstext='''ἀκαλλής''': -ές, = [[ἄνευ]] θελγήτρων, [[σῶμα]], Λουκ. πῶς δεῖ, Ἱστ. Συγγρ. 48· γῆ αὐχμηρὰ καὶ ἀκ. (ἄλλη γραφ. [[ἀκαμής]]), ὁ αὐτ. Προμ. 14.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />sans beauté, sans charme.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[κάλλος]].
}}
}}