Anonymous

ἀπελέγχω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπελέγχω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[ἐλέγχω]], [[ἐξελέγχω]], [[ἐπικρίνω]], [[ἀνασκευάζω]], Ἀντιφῶν 131. 35· τινά τινος καὶ τί τινος Φίλων 1. 205, 193, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθήκας) 4325k· τινὰ [[περί]] τι Μ. Ἀντων. 8. 36: - Παθ., ἀποδεικνύομαι, οὐδὲ πείσας τὸν ἄνδρα ἀπελέγχομαι, οὐδ’ ὅτι ἔπεισα τὸν ἄνδρα ἐλέγχομαι, ἀποδεικνύομαι, Ἀντιφῶν 132. 2.
|lstext='''ἀπελέγχω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[ἐλέγχω]], [[ἐξελέγχω]], [[ἐπικρίνω]], [[ἀνασκευάζω]], Ἀντιφῶν 131. 35· τινά τινος καὶ τί τινος Φίλων 1. 205, 193, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθήκας) 4325k· τινὰ [[περί]] τι Μ. Ἀντων. 8. 36: - Παθ., ἀποδεικνύομαι, οὐδὲ πείσας τὸν ἄνδρα ἀπελέγχομαι, οὐδ’ ὅτι ἔπεισα τὸν ἄνδρα ἐλέγχομαι, ἀποδεικνύομαι, Ἀντιφῶν 132. 2.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> ἀπελέγξω, <i>ao.</i> [[ἀπήλεγξα]], <i>pf. inus.</i><br />réfuter, convaincre d’erreur.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ἐλέγχω]].
}}
}}