Anonymous

προαμαρτάνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_23)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προᾰμαρτάνω''': μέλλ. -ᾰμαρτήσομαι, [[ἁμαρτάνω]] πρότερον, Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορ. ιβ΄, 21, ιγ΄, 2· μετοχ. παθ. πρκμ., τὰ προημαρτημένα Ἡρῳδιαν. 3. 14.
|lstext='''προᾰμαρτάνω''': μέλλ. -ᾰμαρτήσομαι, [[ἁμαρτάνω]] πρότερον, Β΄ Ἐπιστ. πρ. Κορ. ιβ΄, 21, ιγ΄, 2· μετοχ. παθ. πρκμ., τὰ προημαρτημένα Ἡρῳδιαν. 3. 14.
}}
{{bailly
|btext=pécher auparavant.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[ἁμαρτάνω]].
}}
}}