3,277,309
edits
(6_17) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πᾰλίμποινος''': -ον, ὁ ἀνταποδίδων, [[ἐκδικητικός]], δίκαι Μάξιμ. π. καταρχ. 17. ΙΙ. παλίμποινα, τά, [[ἀνταπόδοσις]], πληρωμή, [[ἐκδίκησις]], Αἰσχύλ. Χο. 793. | |lstext='''πᾰλίμποινος''': -ον, ὁ ἀνταποδίδων, [[ἐκδικητικός]], δίκαι Μάξιμ. π. καταρχ. 17. ΙΙ. παλίμποινα, τά, [[ἀνταπόδοσις]], πληρωμή, [[ἐκδίκησις]], Αἰσχύλ. Χο. 793. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><i>propr.</i> qui châtie en retour ; τὰ παλίμποινα ESCHL châtiment, vengeance.<br />'''Étymologie:''' [[πάλιν]], [[ποινή]]. | |||
}} | }} |