Anonymous

τετράκλινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_18)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράκλῑνος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρα καθίσματα ἢ ἀνάκλιντρα, [[ἅμαξα]] Λουκ. Τόξ. 46· οἶκοι Ἀθήν. 47F.
|lstext='''τετράκλῑνος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρα καθίσματα ἢ ἀνάκλιντρα, [[ἅμαξα]] Λουκ. Τόξ. 46· οἶκοι Ἀθήν. 47F.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à quatre lits <i>ou</i> à quatre sièges.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[κλίνη]].
}}
}}