Anonymous

ὀρεσίτροφος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρεσίτροφος''': -ον, = ὀρείτροφος, παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐπίθετ. τοῦ λέοντος, Ἰλ. Μ. 299, Ὀδ. Ζ. 130, κλ.· [[βούτης]] Νόνν. Δ. 15. 204.
|lstext='''ὀρεσίτροφος''': -ον, = ὀρείτροφος, παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐπίθετ. τοῦ λέοντος, Ἰλ. Μ. 299, Ὀδ. Ζ. 130, κλ.· [[βούτης]] Νόνν. Δ. 15. 204.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><i>c.</i> [[ὀρειτρεφής]].
}}
}}