3,270,469
edits
(6_3) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δαφνηφορέω''': [[φέρω]] κλάδους ἢ στεφάνους ἐκ δάφνης, Παυσ. 9. 10, 4, Πλούτ. Αἰμιλ. 34, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1082a, Ἡρῳδιαν., κτλ.· διορθωτέον ἀντὶ δαφνοφορέω παρὰ Δίωνι Κ. 37. 21. | |lstext='''δαφνηφορέω''': [[φέρω]] κλάδους ἢ στεφάνους ἐκ δάφνης, Παυσ. 9. 10, 4, Πλούτ. Αἰμιλ. 34, Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1082a, Ἡρῳδιαν., κτλ.· διορθωτέον ἀντὶ δαφνοφορέω παρὰ Δίωνι Κ. 37. 21. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />porter une couronne <i>ou</i> une branche de laurier.<br />'''Étymologie:''' [[δαφνηφόρος]]. | |||
}} | }} |