Anonymous

ἀνταποκρίνομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνταποκρίνομαι''': [ῑ], μέσ., [[ἀντιλέγω]], καὶ οὐκ ἴσχυσαν ἀνταποκριθῆναι αὐτῷ πρὸς [[ταῦτα]] Εὐαγγ. Λουκ. ιδ΄, 6˙ σὺ τίς εἶ ὁ ἀνταποκρινόμενος τῷ θεῷ; Ἐπιστ. πρὸς Ρωμ. θ΄, 20. ΙΙ. ἀντιστοιχῶ [[πρός]], ἀλλήλαις Νικομ. Ἀρ. 77Α.
|lstext='''ἀνταποκρίνομαι''': [ῑ], μέσ., [[ἀντιλέγω]], καὶ οὐκ ἴσχυσαν ἀνταποκριθῆναι αὐτῷ πρὸς [[ταῦτα]] Εὐαγγ. Λουκ. ιδ΄, 6˙ σὺ τίς εἶ ὁ ἀνταποκρινόμενος τῷ θεῷ; Ἐπιστ. πρὸς Ρωμ. θ΄, 20. ΙΙ. ἀντιστοιχῶ [[πρός]], ἀλλήλαις Νικομ. Ἀρ. 77Α.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> répondre, répliquer;<br /><b>2</b> <i>t. d’arithm.</i> correspondre à <i>ou</i> avec.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], ἀποκρίνομαι.
}}
}}