3,243,923
edits
(6_8) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φθορεύς''': έως, ὁ, ὁ διαφθείρων, ἐξαπατῶν, [[διαφθορεύς]], Πλούτ. 2. 18C, Ἀνθ. Παλατ. 5. 257, κλπ· καὶ ἀναγινώσκεται ὑπὸ τοῦ Brunck ἐν Σοφ. Ἀποσπ. 155· ἀλλ’ ἴδε Μοῖριν σ. 390. | |lstext='''φθορεύς''': έως, ὁ, ὁ διαφθείρων, ἐξαπατῶν, [[διαφθορεύς]], Πλούτ. 2. 18C, Ἀνθ. Παλατ. 5. 257, κλπ· καὶ ἀναγινώσκεται ὑπὸ τοῦ Brunck ἐν Σοφ. Ἀποσπ. 155· ἀλλ’ ἴδε Μοῖριν σ. 390. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=έως (ὁ) :<br />corrupteur, séducteur.<br />'''Étymologie:''' [[φθείρω]]. | |||
}} | }} |