Anonymous

χλίδωσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_8)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χλίδωσις''': -εως, ἡ, [[κόσμησις]], ἐν τῷ πληθ., «χλιδώσεσιν ἡμιόνων καὶ ἵππων περιδεραίοις» Πλούτ. 2. 145Α.
|lstext='''χλίδωσις''': -εως, ἡ, [[κόσμησις]], ἐν τῷ πληθ., «χλιδώσεσιν ἡμιόνων καὶ ἵππων περιδεραίοις» Πλούτ. 2. 145Α.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />ornementation.<br />'''Étymologie:''' [[χλιδάω]].
}}
}}