Anonymous

ἀνθρωποκτόνος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_15)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνθρωποκτόνος''': -ον, ([[κτείνω]]), ὁ ἀποκτείνων ἀνθρώπους, [[φονεύς]], Εὐρ. Ι. Τ. 389. ΙΙ. ἀνθρωπόκτονος, προπαροξυτόνως ἔχει παθ. σημασ., βορᾷ χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνῳ; ἀγαπῶσι νὰ τρώγωσι φονευμένους ἀνθρώπους; ὁ αὐτ. Κύκλ. 127.
|lstext='''ἀνθρωποκτόνος''': -ον, ([[κτείνω]]), ὁ ἀποκτείνων ἀνθρώπους, [[φονεύς]], Εὐρ. Ι. Τ. 389. ΙΙ. ἀνθρωπόκτονος, προπαροξυτόνως ἔχει παθ. σημασ., βορᾷ χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνῳ; ἀγαπῶσι νὰ τρώγωσι φονευμένους ἀνθρώπους; ὁ αὐτ. Κύκλ. 127.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />(personne) homicide.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνθρωπος]], [[κτείνω]].
}}
}}