3,274,159
edits
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνθρωποκτόνος''': -ον, ([[κτείνω]]), ὁ ἀποκτείνων ἀνθρώπους, [[φονεύς]], Εὐρ. Ι. Τ. 389. ΙΙ. ἀνθρωπόκτονος, προπαροξυτόνως ἔχει παθ. σημασ., βορᾷ χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνῳ; ἀγαπῶσι νὰ τρώγωσι φονευμένους ἀνθρώπους; ὁ αὐτ. Κύκλ. 127. | |lstext='''ἀνθρωποκτόνος''': -ον, ([[κτείνω]]), ὁ ἀποκτείνων ἀνθρώπους, [[φονεύς]], Εὐρ. Ι. Τ. 389. ΙΙ. ἀνθρωπόκτονος, προπαροξυτόνως ἔχει παθ. σημασ., βορᾷ χαίρουσιν ἀνθρωποκτόνῳ; ἀγαπῶσι νὰ τρώγωσι φονευμένους ἀνθρώπους; ὁ αὐτ. Κύκλ. 127. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />(personne) homicide.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνθρωπος]], [[κτείνω]]. | |||
}} | }} |