Anonymous

κατεισάγω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_3)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατεισάγω''': [[φέρω]] εἰς φῶς, φανερώνω πρὸς ζημίαν μου, [[ὅταν]] στυγῇ τις ἄνδρα, τὸν θεὸς φιλεῖ, μεγίστην μωρίαν κ. Ἀνθ. Π. 10. 91.
|lstext='''κατεισάγω''': [[φέρω]] εἰς φῶς, φανερώνω πρὸς ζημίαν μου, [[ὅταν]] στυγῇ τις ἄνδρα, τὸν θεὸς φιλεῖ, μεγίστην μωρίαν κ. Ἀνθ. Π. 10. 91.
}}
{{bailly
|btext=produire au jour, rendre visible.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[εἰσάγω]].
}}
}}