Anonymous

ἀντιμέτειμι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιμέτειμι''': ἀνθαμιλλῶμαι, [[ἀνταγωνίζομαι]]: Κάτων δὲ [[δεύτερος]] μὲν [[ὕπατος]] ᾑρέθη πολλῶν ἀντιμετιόντων Πλουτ. Σύγκρ. Ἀριστείδ. καὶ Κάτωνος 2.
|lstext='''ἀντιμέτειμι''': ἀνθαμιλλῶμαι, [[ἀνταγωνίζομαι]]: Κάτων δὲ [[δεύτερος]] μὲν [[ὕπατος]] ᾑρέθη πολλῶν ἀντιμετιόντων Πλουτ. Σύγκρ. Ἀριστείδ. καὶ Κάτωνος 2.
}}
{{bailly
|btext=<i>part. prés.</i> ἀντιμετίων;<br />briguer contre, être compétiteur.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[μέτειμι]].
}}
}}