Anonymous

ὀρφναῖος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_4)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρφναῖος''': -α, -ον, [[σκοτεινός]], [[ζοφερός]], παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐπίθ. τῆς νυκτός, Ἰλ. Κ. 83, κτλ., Εὐρ. Ὀρ. 1225, κτλ.· ἥτις καλεῖται καὶ [[ἁπλῶς]] ὀρφναίη ([[ἄνευ]] τοῦ νὺξ) παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. Β.670. ΙΙ. [[νυκτερινός]], ὁ διὰ νυκτός, πῦρ Αἰσχύλ. Ἀγ. 21.
|lstext='''ὀρφναῖος''': -α, -ον, [[σκοτεινός]], [[ζοφερός]], παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐπίθ. τῆς νυκτός, Ἰλ. Κ. 83, κτλ., Εὐρ. Ὀρ. 1225, κτλ.· ἥτις καλεῖται καὶ [[ἁπλῶς]] ὀρφναίη ([[ἄνευ]] τοῦ νὺξ) παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. Β.670. ΙΙ. [[νυκτερινός]], ὁ διὰ νυκτός, πῦρ Αἰσχύλ. Ἀγ. 21.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><b>1</b> sombre, obscur;<br /><b>2</b> nocturne.<br />'''Étymologie:''' [[ὄρφνη]].
}}
}}