3,276,932
edits
(6_1) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μοχλεύω''': (μοχλὸς) [[ἀναμοχλεύω]], ἀνυψώνω ἢ μετακινῶ διὰ μοχλοῦ τὴν στέγην Ἡρόδ. 2. 175· [[θύρετρα]], πέτρους Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 999, Κύκλ. 240· θύραν Ἀντιφ. ἐν «Προγ.» 1. 6 μοχλεύειν μόχλευσιν μοχλῷ Ἱππ. π. Ἄρθρ. 836· - Μέσ., [[ἀναλαμβάνω]], τι Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 5. 1, 16. ΙΙ. = [[μοχλόω]], Ἰω. Χρυσ. | |lstext='''μοχλεύω''': (μοχλὸς) [[ἀναμοχλεύω]], ἀνυψώνω ἢ μετακινῶ διὰ μοχλοῦ τὴν στέγην Ἡρόδ. 2. 175· [[θύρετρα]], πέτρους Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 999, Κύκλ. 240· θύραν Ἀντιφ. ἐν «Προγ.» 1. 6 μοχλεύειν μόχλευσιν μοχλῷ Ἱππ. π. Ἄρθρ. 836· - Μέσ., [[ἀναλαμβάνω]], τι Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 5. 1, 16. ΙΙ. = [[μοχλόω]], Ἰω. Χρυσ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=remuer <i>ou</i> déplacer avec un levier.<br />'''Étymologie:''' [[μοχλός]]. | |||
}} | }} |