3,277,119
edits
(6_16) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατάπτυστος''': -ον, [[ἄξιος]] νὰ καταπτυσθῇ, [[βδελυρός]], [[ἀποτρόπαιος]], [[ὡσαύτως]] η, ον, Ἀνακρ. 120∙- ἐφ’ ὃν ἔπτυσέ τις, [[ἄξιος]] [[καταφρονήσεως]], Ἀνακρ. ἔνθ’ ἀνωτ. Αἰσχύλ. Χο. 632, Εὐμ. 68, Εὐρ. ἐν Τρῳ. 1024˙- [[ὡσαύτως]] παρὰ κωμ. καὶ πεζοῖς, Ἀναξίλ. ἐν «Νεοττ.» 1. 6∙ μισθοῦται τὸν κ. τουτονὶ Δημ. 236. 22, κτλ.- «κατάπτυστον· εὐτελές, μισητὸν» Σουΐδ. Ἐπίρρ., -τως, Κλήμ. Ἀλ. 546. | |lstext='''κατάπτυστος''': -ον, [[ἄξιος]] νὰ καταπτυσθῇ, [[βδελυρός]], [[ἀποτρόπαιος]], [[ὡσαύτως]] η, ον, Ἀνακρ. 120∙- ἐφ’ ὃν ἔπτυσέ τις, [[ἄξιος]] [[καταφρονήσεως]], Ἀνακρ. ἔνθ’ ἀνωτ. Αἰσχύλ. Χο. 632, Εὐμ. 68, Εὐρ. ἐν Τρῳ. 1024˙- [[ὡσαύτως]] παρὰ κωμ. καὶ πεζοῖς, Ἀναξίλ. ἐν «Νεοττ.» 1. 6∙ μισθοῦται τὸν κ. τουτονὶ Δημ. 236. 22, κτλ.- «κατάπτυστον· εὐτελές, μισητὸν» Σουΐδ. Ἐπίρρ., -τως, Κλήμ. Ἀλ. 546. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />conspué, digne de mépris.<br />'''Étymologie:''' [[καταπτύω]]. | |||
}} | }} |