3,277,172
edits
(6_19) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πραγμᾰτευτής''': -οῦ, ὁ, [[ἄνθρωπος]] τοῦ ἐμπορίου, [[ἔμπορος]], [[πραγματευτής]], Λατ. negociator, Πλούτ. 2. 525Α, κτλ.· πρ. Πτολεμαίου, ὁ [[πράκτωρ]] [[αὐτοῦ]] ἢ πληρεξούσιος, Συλλ. Ἐπιγρ. 4299. | |lstext='''πραγμᾰτευτής''': -οῦ, ὁ, [[ἄνθρωπος]] τοῦ ἐμπορίου, [[ἔμπορος]], [[πραγματευτής]], Λατ. negociator, Πλούτ. 2. 525Α, κτλ.· πρ. Πτολεμαίου, ὁ [[πράκτωρ]] [[αὐτοῦ]] ἢ πληρεξούσιος, Συλλ. Ἐπιγρ. 4299. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br />négociant, commerçant.<br />'''Étymologie:''' [[πραγματεύομαι]]. | |||
}} | }} |