3,253,652
edits
(6_12) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐγκεντρίς''': -ίδος, ἡ, ([[κέντρον]]) «κεντρί», [[οἷον]] τὸ τῶν σφηκῶν καὶ μελισσῶν, [[σκορπίων]], κτλ., Ἀριστοφ. Σφ. 427. 2) [[κέντρον]] πρὸς ἐξανάγκασιν εἰς ἐργασίαν, [[οἷον]] τὸ [[βούκεντρον]] (κονῶς «φκέντρι») Ξεν. Κυν. 6. 1, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 14. Ὡσαύτως [[πτερνιστήρ]], ἐγκεντρίδας δὲ τοῖς ποσὶ κατὰ τὰς πτέρνας οἱ ἱππεύοντες περιεδοῦντο Φερεκρ. ἐν «Δουλοδιδασκάλῳ» 10. 3) [[εἶδος]] γραφίδος ληγούσης εἰς ὀξύ, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Πολυδεύκους. 4) [[εἶδος]] λογχοειδοῦς σιδηρίου ἐφαρμοζομένου εἰς τὸν [[πόδα]] [[ὅπως]] βοηθῇ εἰς ἀνάβασιν τοίχων, περιθέμενον... ἐγκεντρίδας [[ἀναδραμεῖν]] εἰς τοὺς τοίχους Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 73, πρβλ. Ἀρισταιν. Ἐπιστ. 1. 20. | |lstext='''ἐγκεντρίς''': -ίδος, ἡ, ([[κέντρον]]) «κεντρί», [[οἷον]] τὸ τῶν σφηκῶν καὶ μελισσῶν, [[σκορπίων]], κτλ., Ἀριστοφ. Σφ. 427. 2) [[κέντρον]] πρὸς ἐξανάγκασιν εἰς ἐργασίαν, [[οἷον]] τὸ [[βούκεντρον]] (κονῶς «φκέντρι») Ξεν. Κυν. 6. 1, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 14. Ὡσαύτως [[πτερνιστήρ]], ἐγκεντρίδας δὲ τοῖς ποσὶ κατὰ τὰς πτέρνας οἱ ἱππεύοντες περιεδοῦντο Φερεκρ. ἐν «Δουλοδιδασκάλῳ» 10. 3) [[εἶδος]] γραφίδος ληγούσης εἰς ὀξύ, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Πολυδεύκους. 4) [[εἶδος]] λογχοειδοῦς σιδηρίου ἐφαρμοζομένου εἰς τὸν [[πόδα]] [[ὅπως]] βοηθῇ εἰς ἀνάβασιν τοίχων, περιθέμενον... ἐγκεντρίδας [[ἀναδραμεῖν]] εἰς τοὺς τοίχους Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 73, πρβλ. Ἀρισταιν. Ἐπιστ. 1. 20. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>1</b> aiguillon;<br /><b>2</b> éperon;<br /><b>3</b> pointe de fer qu’on fixe aux pieds pour grimper, crampon.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[κέντρον]]. | |||
}} | }} |